Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀκάκητα

; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ἀκάκητα

Etym.: epic form of a)/kakos,

Sense

  1. guileless, gracious

Examples

  • οὐδὲ γὰρ Ιἀπετιονίδησ ἀκάκητα Προμηθεὺσ τοῖό γ’ ὑπεξήλυξε βαρὺν χόλον, ἀλλ’ ὑπ’ ἀνάγκησ καὶ πολύιδριν ἐόντα μέγασ κατὰ δεσμὸσ ἐρύκει. (Hesiod, Theogony, Book Th. 58:2)
  • ἦρχε δ’ ἄρα σφιν Ἑρμείασ ἀκάκητα κατ’ εὐρώεντα κέλευθα. (Homer, Odyssey, Book 24 1:5)
  • αὐτίκα δ’ εἰσ ὑπερῷ’ ἀναβὰσ παρελέξατο λάθρῃ Ἑρμείασ ἀκάκητα, πόρεν δέ οἱ ἀγλαὸν υἱὸν Εὔδωρον πέρι μὲν θείειν ταχὺν ἠδὲ μαχητήν. (Homer, Iliad, Book 16 14:9)
  • " Ἡσίοδοσ δ’ ἐν Καταλόγῳ φησί "καὶ κούρην Ἀράβοιο, τὸν "Ἑρμάων ἀκάκητα γείνατο καὶ Θρονίη, κούρη Βήλοιο "ἄνακτοσ. (Strabo, Geography, book 1, chapter 2 68:22)
  • καὶ ἀκάκητά γε καὶ ἐριούνιον, ὅτι κακὸν μὲν οὐδὲν ἡ παρ’ αὐτοῦ δωρεὰ, ἀγαθὰ δ’ ἑξῆσ ἅπαντα πορίζει τοῖσ ἀνθρώποισ, ἐν πολέμοισ, ἐν εἰρήνῃ, ἐν γῇ, ἐν θαλάττῃ, ἐν δυσκολίαισ, ἐν εὐφροσύναισ πανταχοῦ. (Aristides, Aelius, Orationes, 105:7)

Synonyms

  1. guileless

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION