헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὠχρός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὠχρός ὠχρή ὠχρόν

형태분석: ὠχρ (어간) + ος (어미)

  1. 엷은, 해쓱한, 창백한, 반백의, 백발의
  1. pale, wan, sallow, the colour yellow

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ὠχρός

엷은 (이)가

ὠχρᾱ́

엷은 (이)가

ὠχρόν

엷은 (것)가

속격 ὠχροῦ

엷은 (이)의

ὠχρᾶς

엷은 (이)의

ὠχροῦ

엷은 (것)의

여격 ὠχρῷ

엷은 (이)에게

ὠχρᾷ

엷은 (이)에게

ὠχρῷ

엷은 (것)에게

대격 ὠχρόν

엷은 (이)를

ὠχρᾱ́ν

엷은 (이)를

ὠχρόν

엷은 (것)를

호격 ὠχρέ

엷은 (이)야

ὠχρᾱ́

엷은 (이)야

ὠχρόν

엷은 (것)야

쌍수주/대/호 ὠχρώ

엷은 (이)들이

ὠχρᾱ́

엷은 (이)들이

ὠχρώ

엷은 (것)들이

속/여 ὠχροῖν

엷은 (이)들의

ὠχραῖν

엷은 (이)들의

ὠχροῖν

엷은 (것)들의

복수주격 ὠχροί

엷은 (이)들이

ὠχραί

엷은 (이)들이

ὠχρά

엷은 (것)들이

속격 ὠχρῶν

엷은 (이)들의

ὠχρῶν

엷은 (이)들의

ὠχρῶν

엷은 (것)들의

여격 ὠχροῖς

엷은 (이)들에게

ὠχραῖς

엷은 (이)들에게

ὠχροῖς

엷은 (것)들에게

대격 ὠχρούς

엷은 (이)들을

ὠχρᾱ́ς

엷은 (이)들을

ὠχρά

엷은 (것)들을

호격 ὠχροί

엷은 (이)들아

ὠχραί

엷은 (이)들아

ὠχρά

엷은 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἡγεῖται δὲ ἀνὴρ ὠχρὸσ καὶ ἄμορφοσ, ὀξὺ δεδορκὼσ καὶ ἐοικὼσ τοῖσ ἐκ νόσου μακρᾶσ κατεσκληκόσι. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 5:4)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 5:4)

  • δεινήν τινα λέγεισ τῶν ἀνθρώπων τὴν ἀβελτερίαν, οἳ τοσοῦτον ἔρωτα ἐρῶσιν ὠχροῦ καὶ βαρέοσ κτήματοσ. (Lucian, Contemplantes, (no name) 11:12)

    (루키아노스, Contemplantes, (no name) 11:12)

  • οὐ μόνον δὲ τοῦτον, ἀλλὰ καὶ τὸν δανειστὴν Γνίφωνα ἰδὼν στένοντα καὶ μεταγινώσκοντα ὅτι μὴ ἀπέλαυσε τῶν χρημάτων, ἀλλ’ ἄγευστοσ αὐτῶν ἀπέθανε τῷ ἀσώτῳ Ῥοδοχάρει τὴν οὐσίαν ἀπολιπών, ‐ οὗτοσ γὰρ ἄγχιστα ἦν αὐτῷ γένουσ καὶ πρῶτοσ ἐπὶ τὸν κλῆρον ἐκαλεῖτο κατὰ τὸν νόμον ‐ οὐκ εἶχον ὅπωσ καταπαύσω τὸν γέλωτα, καὶ μάλιστα μεμνημένοσ ὡσ ὠχρὸσ ἀεὶ καὶ αὐχμηρὸσ ἦν, φροντίδοσ τὸ μέτωπον ἀνάπλεωσ καὶ μόνοισ τοῖσ δακτύλοισ πλουτῶν, οἷσ τάλαντα καὶ μυριάδασ ἐλογίζετο, κατὰ μικρὸν συλλέγων τὰ μετ’ ὀλίγον ἐκχυθησόμενα πρὸσ τοῦ μακαρίου Ῥοδοχάρουσ. (Lucian, Cataplus, (no name) 17:1)

    (루키아노스, Cataplus, (no name) 17:1)

  • ἐπεὶ δὲ ὁ κακοδαίμων ἐπὶ τὰσ τῆσ Ἀκαδημείασ θύρασ ἐκώμασεν, ὥσπερ ἐπὶ πάντασ εἰώθει, ἀνδραποδισαμένη αὐτὸν καὶ ἀπὸ τῶν χειρῶν τῆσ Μέθησ ἁρπάσασα μετὰ βίασ καὶ πρὸσ αὑτὴν ἀγαγοῦσα ὑδροποτεῖν τε κατηνάγκασεν καὶ νήφειν μετεδίδαξεν καὶ τοὺσ στεφάνουσ περιέσπασεν καὶ δέον πίνειν κατακείμενον, ῥημάτια σκολιὰ καὶ δύστηνα καὶ πολλῆσ φροντίδοσ ἀνάμεστα ἐπαίδευσεν ὥστε ἀντὶ τοῦ τέωσ ἐπανθοῦντοσ αὐτῷ ἐρυθήματοσ ὠχρὸσ ὁ ^ ἄθλιοσ καὶ ῥικνὸσ τὸ σῶμα γεγένηται, καὶ τὰσ ᾠδὰσ ἁπάσασ ἀπομαθὼν ἄσιτοσ ἐνίοτε καὶ διψαλέοσ εἰσ μέσην ἑσπέραν κάθηται ληρῶν ὁποῖα πολλὰ ἡ Ἀκαδήμεια ἐγὼ ληρεῖν διδάσκω. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 16:5)

    (루키아노스, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 16:5)

  • , ἀλλὰ ὠχροὶ ἅπαντεσ αὐτίκα γένοιντ’ ἂν ὑπὸ τοῦ δέουσ μεταβαφέντεσ. (Lucian, Anacharsis, (no name) 33:4)

    (루키아노스, Anacharsis, (no name) 33:4)

  • ὥστ’ ἐξ ἁπάντων ὠχρὸσ ἀεὶ καὶ ὅσον οὐδέπω τεθνηξομένῳ ἐοίκασ. (Lucian, De mercede, (no name) 31:6)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 31:6)

  • ἡ δὲ Ἐλπὶσ τὸ ἀπὸ τούτου ἀφανὴσ ἀποπτέσθω, καὶ μηκέτι καθ’ οὓσ εἰσῆλθε τοὺσ χρυσοῦσ θυρῶνασ, ἔκ τινοσ δὲ ἀποστρόφου καὶ λεληθυίασ ἐξόδου ἐξωθείσθω γυμνὸσ προγάστωρ ὠχρὸσ γέρων, τῇ ἑτέρᾳ μὲν τὴν αἰδῶ σκέπων, τῇ δεξιᾷ δὲ αὐτὸσ ἑαυτὸν ἄγχων. (Lucian, De mercede, (no name) 42:9)

    (루키아노스, De mercede, (no name) 42:9)

유의어

  1. 엷은

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION