헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

διαπιπράσκω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: διαπιπράσκω

형태분석: δια (접두사) + πιπράσκ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 매각하다, 팔아치우다
  1. to sell off

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπιπράσκω

(나는) 매각한다

διαπιπράσκεις

(너는) 매각한다

διαπιπράσκει

(그는) 매각한다

쌍수 διαπιπράσκετον

(너희 둘은) 매각한다

διαπιπράσκετον

(그 둘은) 매각한다

복수 διαπιπράσκομεν

(우리는) 매각한다

διαπιπράσκετε

(너희는) 매각한다

διαπιπράσκουσιν*

(그들은) 매각한다

접속법단수 διαπιπράσκω

(나는) 매각하자

διαπιπράσκῃς

(너는) 매각하자

διαπιπράσκῃ

(그는) 매각하자

쌍수 διαπιπράσκητον

(너희 둘은) 매각하자

διαπιπράσκητον

(그 둘은) 매각하자

복수 διαπιπράσκωμεν

(우리는) 매각하자

διαπιπράσκητε

(너희는) 매각하자

διαπιπράσκωσιν*

(그들은) 매각하자

기원법단수 διαπιπράσκοιμι

(나는) 매각하기를 (바라다)

διαπιπράσκοις

(너는) 매각하기를 (바라다)

διαπιπράσκοι

(그는) 매각하기를 (바라다)

쌍수 διαπιπράσκοιτον

(너희 둘은) 매각하기를 (바라다)

διαπιπρασκοίτην

(그 둘은) 매각하기를 (바라다)

복수 διαπιπράσκοιμεν

(우리는) 매각하기를 (바라다)

διαπιπράσκοιτε

(너희는) 매각하기를 (바라다)

διαπιπράσκοιεν

(그들은) 매각하기를 (바라다)

명령법단수 διαπίπρασκε

(너는) 매각해라

διαπιπρασκέτω

(그는) 매각해라

쌍수 διαπιπράσκετον

(너희 둘은) 매각해라

διαπιπρασκέτων

(그 둘은) 매각해라

복수 διαπιπράσκετε

(너희는) 매각해라

διαπιπρασκόντων, διαπιπρασκέτωσαν

(그들은) 매각해라

부정사 διαπιπράσκειν

매각하는 것

분사 남성여성중성
διαπιπρασκων

διαπιπρασκοντος

διαπιπρασκουσα

διαπιπρασκουσης

διαπιπρασκον

διαπιπρασκοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διαπιπράσκομαι

(나는) 매각된다

διαπιπράσκει, διαπιπράσκῃ

(너는) 매각된다

διαπιπράσκεται

(그는) 매각된다

쌍수 διαπιπράσκεσθον

(너희 둘은) 매각된다

διαπιπράσκεσθον

(그 둘은) 매각된다

복수 διαπιπρασκόμεθα

(우리는) 매각된다

διαπιπράσκεσθε

(너희는) 매각된다

διαπιπράσκονται

(그들은) 매각된다

접속법단수 διαπιπράσκωμαι

(나는) 매각되자

διαπιπράσκῃ

(너는) 매각되자

διαπιπράσκηται

(그는) 매각되자

쌍수 διαπιπράσκησθον

(너희 둘은) 매각되자

διαπιπράσκησθον

(그 둘은) 매각되자

복수 διαπιπρασκώμεθα

(우리는) 매각되자

διαπιπράσκησθε

(너희는) 매각되자

διαπιπράσκωνται

(그들은) 매각되자

기원법단수 διαπιπρασκοίμην

(나는) 매각되기를 (바라다)

διαπιπράσκοιο

(너는) 매각되기를 (바라다)

διαπιπράσκοιτο

(그는) 매각되기를 (바라다)

쌍수 διαπιπράσκοισθον

(너희 둘은) 매각되기를 (바라다)

διαπιπρασκοίσθην

(그 둘은) 매각되기를 (바라다)

복수 διαπιπρασκοίμεθα

(우리는) 매각되기를 (바라다)

διαπιπράσκοισθε

(너희는) 매각되기를 (바라다)

διαπιπράσκοιντο

(그들은) 매각되기를 (바라다)

명령법단수 διαπιπράσκου

(너는) 매각되어라

διαπιπρασκέσθω

(그는) 매각되어라

쌍수 διαπιπράσκεσθον

(너희 둘은) 매각되어라

διαπιπρασκέσθων

(그 둘은) 매각되어라

복수 διαπιπράσκεσθε

(너희는) 매각되어라

διαπιπρασκέσθων, διαπιπρασκέσθωσαν

(그들은) 매각되어라

부정사 διαπιπράσκεσθαι

매각되는 것

분사 남성여성중성
διαπιπρασκομενος

διαπιπρασκομενου

διαπιπρασκομενη

διαπιπρασκομενης

διαπιπρασκομενον

διαπιπρασκομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεπίπρασκον

(나는) 매각하고 있었다

διεπίπρασκες

(너는) 매각하고 있었다

διεπίπρασκεν*

(그는) 매각하고 있었다

쌍수 διεπιπράσκετον

(너희 둘은) 매각하고 있었다

διεπιπρασκέτην

(그 둘은) 매각하고 있었다

복수 διεπιπράσκομεν

(우리는) 매각하고 있었다

διεπιπράσκετε

(너희는) 매각하고 있었다

διεπίπρασκον

(그들은) 매각하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 διεπιπρασκόμην

(나는) 매각되고 있었다

διεπιπράσκου

(너는) 매각되고 있었다

διεπιπράσκετο

(그는) 매각되고 있었다

쌍수 διεπιπράσκεσθον

(너희 둘은) 매각되고 있었다

διεπιπρασκέσθην

(그 둘은) 매각되고 있었다

복수 διεπιπρασκόμεθα

(우리는) 매각되고 있었다

διεπιπράσκεσθε

(너희는) 매각되고 있었다

διεπιπράσκοντο

(그들은) 매각되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ τὰ μὲν τούτων αὐτίκα ἐδημεύετο καὶ διεπιπράσκετο, τὸν δὲ δῆμον ἐσ ἐκκλησίαν συναγαγὼν τήν τε ἀνάγκην τῶν παρόντων ὠλοφύρετο καὶ θαρρεῖν προσέταξεν ὡσ αὐτίκα τῶνδε παυσομένων καὶ τῆσ πολιτείασ ἐσ τὸ δέον ἐλευσομένησ. (Appian, The Civil Wars, book 1, chapter 10 5:2)

    (아피아노스, The Civil Wars, book 1, chapter 10 5:2)

  • καὶ οἱ μὲν οὕτωσ ἐποίουν, ὁ δὲ Καῖσαρ οὐδὲν ἀνήκεστον ἁμαρτεῖν δόξαντι Λεπίδῳ Λιβύην ἀντὶ τῶν προτέρων ἐθνῶν ἐνήλλασσε καὶ τὰ λοιπὰ τῶν ἐπὶ ταῖσ προγραφαῖσ δεδημευμένων διεπίπρασκε. (Appian, The Civil Wars, book 5, chapter 2 1:5)

    (아피아노스, The Civil Wars, book 5, chapter 2 1:5)

유의어

  1. 매각하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION