헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζωμεύω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ζωμεύω

형태분석: ζωμεύ (어간) + ω (인칭어미)

어원: zwmo/s

  1. to boil into soup

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ζωμεύω

ζωμεύεις

ζωμεύει

쌍수 ζωμεύετον

ζωμεύετον

복수 ζωμεύομεν

ζωμεύετε

ζωμεύουσιν*

접속법단수 ζωμεύω

ζωμεύῃς

ζωμεύῃ

쌍수 ζωμεύητον

ζωμεύητον

복수 ζωμεύωμεν

ζωμεύητε

ζωμεύωσιν*

기원법단수 ζωμεύοιμι

ζωμεύοις

ζωμεύοι

쌍수 ζωμεύοιτον

ζωμευοίτην

복수 ζωμεύοιμεν

ζωμεύοιτε

ζωμεύοιεν

명령법단수 ζώμευε

ζωμευέτω

쌍수 ζωμεύετον

ζωμευέτων

복수 ζωμεύετε

ζωμευόντων, ζωμευέτωσαν

부정사 ζωμεύειν

분사 남성여성중성
ζωμευων

ζωμευοντος

ζωμευουσα

ζωμευουσης

ζωμευον

ζωμευοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ζωμεύομαι

ζωμεύει, ζωμεύῃ

ζωμεύεται

쌍수 ζωμεύεσθον

ζωμεύεσθον

복수 ζωμευόμεθα

ζωμεύεσθε

ζωμεύονται

접속법단수 ζωμεύωμαι

ζωμεύῃ

ζωμεύηται

쌍수 ζωμεύησθον

ζωμεύησθον

복수 ζωμευώμεθα

ζωμεύησθε

ζωμεύωνται

기원법단수 ζωμευοίμην

ζωμεύοιο

ζωμεύοιτο

쌍수 ζωμεύοισθον

ζωμευοίσθην

복수 ζωμευοίμεθα

ζωμεύοισθε

ζωμεύοιντο

명령법단수 ζωμεύου

ζωμευέσθω

쌍수 ζωμεύεσθον

ζωμευέσθων

복수 ζωμεύεσθε

ζωμευέσθων, ζωμευέσθωσαν

부정사 ζωμεύεσθαι

분사 남성여성중성
ζωμευομενος

ζωμευομενου

ζωμευομενη

ζωμευομενης

ζωμευομενον

ζωμευομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION