헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ὠκύπορος

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ὠκύπορος ὠκύπορον

형태분석: ὠκυπορ (어간) + ος (어미)

  1. quick-going, swift-flowing

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 ὠκύπορος

(이)가

ὠκύπορον

(것)가

속격 ὠκυπόρου

(이)의

ὠκυπόρου

(것)의

여격 ὠκυπόρῳ

(이)에게

ὠκυπόρῳ

(것)에게

대격 ὠκύπορον

(이)를

ὠκύπορον

(것)를

호격 ὠκύπορε

(이)야

ὠκύπορον

(것)야

쌍수주/대/호 ὠκυπόρω

(이)들이

ὠκυπόρω

(것)들이

속/여 ὠκυπόροιν

(이)들의

ὠκυπόροιν

(것)들의

복수주격 ὠκύποροι

(이)들이

ὠκύπορα

(것)들이

속격 ὠκυπόρων

(이)들의

ὠκυπόρων

(것)들의

여격 ὠκυπόροις

(이)들에게

ὠκυπόροις

(것)들에게

대격 ὠκυπόρους

(이)들을

ὠκύπορα

(것)들을

호격 ὠκύποροι

(이)들아

ὠκύπορα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀμφὶ Διὸσ κούρουσ, ἑλικώπιδεσ ἔσπετε Μοῦσαι, Τυνδαρίδασ, Λήδησ καλλισφύρου ἀγλαὰ τέκνα, Κάστορά θ’ ἱππόδαμον καὶ ἀμώμητον Πολυδεύκεα, τοὺσ ὑπὸ Ταϋγέτου κορυφῇ ὄρεοσ μεγάλοιο μιχθεῖσ’ ἐν φιλότητι κελαινεφέι Κρονίωνι σωτῆρασ τέκε παῖδασ ἐπιχθονίων ἀνθρώπων ὠκυπόρων τε νεῶν, ὅτε τε σπέρχωσιν ἀέλλαι χειμέριαι κατὰ πόντον ἀμείλιχον· (Anonymous, Homeric Hymns, 2:1)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 2:1)

  • οἱᾶ Συρακοσίων ἀρχῷ δαμασθέντεσ πάθον, ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ’ ἁλικίαν, Ἑλλάδ’ ἐξέλκων βαρείασ δουλίασ. (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 1 26:1)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 1 26:1)

  • χρυσέαν χείρεσσι λαβὼν φιάλαν ἀρχὸσ ἐν πρύμνᾳ πατέρ’ Οὐρανιδᾶν ἐγχεικέραυνον Ζῆνα, καὶ ὠκυπόρουσ κυμάτων ῥιπὰσ ἀνέμων τ’ ἐκάλει, νύκτασ τε καὶ πόντου κελεύθουσ ἄματά τ’ εὔφρονα καὶ φιλίαν νόστοιο μοῖραν· (Pindar, Odes, pythian odes, pythian 4 60:1)

    (핀다르, Odes, pythian odes, pythian 4 60:1)

  • πρὸσ ἡμῶν κάππεσε, κάτθανε, καὶ καταθάψομεν, οὐχ ὑπὸ κλαυθμῶν τῶν ἐξ οἴκων, ἀλλ’ Ἰφιγένειά νιν ἀσπασίωσ θυγάτηρ, ὡσ χρή, πατέρ’ ἀντιάσασα πρὸσ ὠκύπορον πόρθμευμ’ ἀχέων περὶ χεῖρε βαλοῦσα φιλήσει. (Aeschylus, Agamemnon, choral, anapests2)

    (아이스킬로스, 아가멤논, choral, anapests2)

  • οἵδε παρ’ Εὐρυμέδοντά ποτ’ ἀγλαὸν ὤλεσαν ἥβην μαρνάμενοι Μήδων τοξοφόρων προμάχοισ αἰχμηταὶ πεζοί τε καὶ ὠκυπόρων ἐπὶ νηῶν· (Unknown, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 2581)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume II, book 7, chapter 2581)

유의어

  1. quick-going

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION