Ancient Greek-English Dictionary Language

ὑποτοπέω

ε-contract Verb; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ὑποτοπέω ὑπετοπήθην

Structure: ὑπο (Prefix) + τοπέ (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to suspect, surmise
  2. to suspect
  3. to suspect, to suspect that . .

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular ὑποτόπω ὑποτόπεις ὑποτόπει
Dual ὑποτόπειτον ὑποτόπειτον
Plural ὑποτόπουμεν ὑποτόπειτε ὑποτόπουσιν*
SubjunctiveSingular ὑποτόπω ὑποτόπῃς ὑποτόπῃ
Dual ὑποτόπητον ὑποτόπητον
Plural ὑποτόπωμεν ὑποτόπητε ὑποτόπωσιν*
OptativeSingular ὑποτόποιμι ὑποτόποις ὑποτόποι
Dual ὑποτόποιτον ὑποτοποίτην
Plural ὑποτόποιμεν ὑποτόποιτε ὑποτόποιεν
ImperativeSingular ὑποτο͂πει ὑποτοπεῖτω
Dual ὑποτόπειτον ὑποτοπεῖτων
Plural ὑποτόπειτε ὑποτοποῦντων, ὑποτοπεῖτωσαν
Infinitive ὑποτόπειν
Participle MasculineFeminineNeuter
ὑποτοπων ὑποτοπουντος ὑποτοπουσα ὑποτοπουσης ὑποτοπουν ὑποτοπουντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular ὑποτόπουμαι ὑποτόπει, ὑποτόπῃ ὑποτόπειται
Dual ὑποτόπεισθον ὑποτόπεισθον
Plural ὑποτοποῦμεθα ὑποτόπεισθε ὑποτόπουνται
SubjunctiveSingular ὑποτόπωμαι ὑποτόπῃ ὑποτόπηται
Dual ὑποτόπησθον ὑποτόπησθον
Plural ὑποτοπώμεθα ὑποτόπησθε ὑποτόπωνται
OptativeSingular ὑποτοποίμην ὑποτόποιο ὑποτόποιτο
Dual ὑποτόποισθον ὑποτοποίσθην
Plural ὑποτοποίμεθα ὑποτόποισθε ὑποτόποιντο
ImperativeSingular ὑποτόπου ὑποτοπεῖσθω
Dual ὑποτόπεισθον ὑποτοπεῖσθων
Plural ὑποτόπεισθε ὑποτοπεῖσθων, ὑποτοπεῖσθωσαν
Infinitive ὑποτόπεισθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
ὑποτοπουμενος ὑποτοπουμενου ὑποτοπουμενη ὑποτοπουμενης ὑποτοπουμενον ὑποτοπουμενου

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Synonyms

  1. to suspect

  2. to suspect

  3. to suspect

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION