Ancient Greek-English Dictionary Language

ὑδατόεις

First/Third declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: ὑδατόεις

Structure: ὑδατοεντ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: u(/dwr

Sense

  1. watery, like water
  2. transparent as water, thin, fine

Examples

  • αὐτὰρ ἔπειτα βόεσ μάλα μυρίαι ἄλλαι ἐπ’ ἄλλαισ ἐρχόμεναι φαίνονθ’ ὡσεὶ νέφη ὑδατόεντα, ἅσσά τ’ ἐν οὐρανῷ εἶσιν ἐλαυνόμενα προτέρωσε ἠὲ νότοιο βίῃ ἠὲ Θρῃκὸσ βορέαο· (Theocritus, Idylls, 41)
  • νύμφαι ἐφυδριάδεσ, ταῖσ Ἑρμοκρέων τάδε δῶρα εἵσατο, καλλινάου πίδακοσ ἀντιτυχών, χαίρετε, καὶ στείβοιτ’ ἐρατοῖσ ποσὶν ὑδατόεντα τόνδε δόμον, καθαροῦ πιμπλάμεναι πόματοσ. (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 3271)

Synonyms

  1. watery

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION