Ancient Greek-English Dictionary Language

συζύγιος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: συζύγιος συζύγιᾱ συζύγιον

Structure: συζυγι (Stem) + ος (Ending)

Etym.: poetic for su/zugos

Sense

  1. joined, united

Examples

  • καθόλου ἐπὶ τῶν εἰσ ξ ληγόντων ὀνομάτων ἐζήτηται τί δή ποτε τῷ αὐτῷ οὐ χρῶνται ἐπὶ γενικῆσ συμφώνῳ τῆσ τελευταίασ συλλαβῆσ τυπωτικῷ λέγω δὲ ὄνυξ καὶ ὄρτυξ, τὰ δὲ εἰσ ξ ἀρσενικὰ ἁπλᾶ δισσύλλαβα ὅταν τῷ ῡ παρεδρεύηται, ἔχῃ δὲ τῆσ τελευταίασ συλλαβῆσ ἄρχον ἕν τι τῶν ἀμεταβόλων ἢ δι’ ὧν ἡ πρώτη συζυγία τῶν βαρυτόνων λέγεται, διὰ τοῦ κ ἐπὶ γενικῆσ κλίνεται, κήρυκοσ, πέλυκοσ, Ἔρυκοσ, Βέβρυκοσ, ὅσα δὲ μὴ τοῦτον ἔχει· (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 9, book 9, chapter 472)
  • πολλὰ δὲ καὶ παρὰ τούτῳ τῷ ἀνδρὶ τοιαῦτά ἐστιν, ἐξ ὧν ἄν τισ τεκμήραιτο, ὅτι οὐκ ἐν τῷ κάλλει τῶν ὀνομάτων ἡ πειθὼ τῆσ ἑρμηνείασ ἦν, ἀλλ’ ἐν τῇ συζυγίᾳ. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 365)
  • μία μὲν αὕτη συζυγία τριῶν γραμμάτων ἀφώνων ὁμοίῳ σχήματι λεγομένων, ψιλότητι δὲ καὶ δασύτητι διαφερόντων. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1465)
  • αὕτη δευτέρα συζυγία τριῶν γραμμάτων ἀφώνων. (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 1469)
  • τραχεῖα κἀνταῦθα καὶ ἀντίτυποσ ἡ συζυγία· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2256)

Synonyms

  1. joined

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION