헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συναναφύρω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συναναφύρω συνανεφύρην

형태분석: συν (접두사) + ἀνα (접두사) + φύρ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to knead up together, to wallow together

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναναφύρω

συναναφύρεις

συναναφύρει

쌍수 συναναφύρετον

συναναφύρετον

복수 συναναφύρομεν

συναναφύρετε

συναναφύρουσιν*

접속법단수 συναναφύρω

συναναφύρῃς

συναναφύρῃ

쌍수 συναναφύρητον

συναναφύρητον

복수 συναναφύρωμεν

συναναφύρητε

συναναφύρωσιν*

기원법단수 συναναφύροιμι

συναναφύροις

συναναφύροι

쌍수 συναναφύροιτον

συναναφυροίτην

복수 συναναφύροιμεν

συναναφύροιτε

συναναφύροιεν

명령법단수 συναναφύρε

συναναφυρέτω

쌍수 συναναφύρετον

συναναφυρέτων

복수 συναναφύρετε

συναναφυρόντων, συναναφυρέτωσαν

부정사 συναναφύρειν

분사 남성여성중성
συναναφυρων

συναναφυροντος

συναναφυρουσα

συναναφυρουσης

συναναφυρον

συναναφυροντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συναναφύρομαι

συναναφύρει, συναναφύρῃ

συναναφύρεται

쌍수 συναναφύρεσθον

συναναφύρεσθον

복수 συναναφυρόμεθα

συναναφύρεσθε

συναναφύρονται

접속법단수 συναναφύρωμαι

συναναφύρῃ

συναναφύρηται

쌍수 συναναφύρησθον

συναναφύρησθον

복수 συναναφυρώμεθα

συναναφύρησθε

συναναφύρωνται

기원법단수 συναναφυροίμην

συναναφύροιο

συναναφύροιτο

쌍수 συναναφύροισθον

συναναφυροίσθην

복수 συναναφυροίμεθα

συναναφύροισθε

συναναφύροιντο

명령법단수 συναναφύρου

συναναφυρέσθω

쌍수 συναναφύρεσθον

συναναφυρέσθων

복수 συναναφύρεσθε

συναναφυρέσθων, συναναφυρέσθωσαν

부정사 συναναφύρεσθαι

분사 남성여성중성
συναναφυρομενος

συναναφυρομενου

συναναφυρομενη

συναναφυρομενης

συναναφυρομενον

συναναφυρομενου

미완료(Imperfect) 시제

단순 과거(Aorist) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to knead up together

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION