헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

συγχειρουργέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: συγχειρουργέω συγχειρουργήσω

형태분석: συγ (접두사) + χειρουργέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. 수행하다, 성취하다, 이룩하다, 완료하다
  1. to put hand to, together, to accomplish

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συγχειρούργω

(나는) 수행한다

συγχειρούργεις

(너는) 수행한다

συγχειρούργει

(그는) 수행한다

쌍수 συγχειρούργειτον

(너희 둘은) 수행한다

συγχειρούργειτον

(그 둘은) 수행한다

복수 συγχειρούργουμεν

(우리는) 수행한다

συγχειρούργειτε

(너희는) 수행한다

συγχειρούργουσιν*

(그들은) 수행한다

접속법단수 συγχειρούργω

(나는) 수행하자

συγχειρούργῃς

(너는) 수행하자

συγχειρούργῃ

(그는) 수행하자

쌍수 συγχειρούργητον

(너희 둘은) 수행하자

συγχειρούργητον

(그 둘은) 수행하자

복수 συγχειρούργωμεν

(우리는) 수행하자

συγχειρούργητε

(너희는) 수행하자

συγχειρούργωσιν*

(그들은) 수행하자

기원법단수 συγχειρούργοιμι

(나는) 수행하기를 (바라다)

συγχειρούργοις

(너는) 수행하기를 (바라다)

συγχειρούργοι

(그는) 수행하기를 (바라다)

쌍수 συγχειρούργοιτον

(너희 둘은) 수행하기를 (바라다)

συγχειρουργοίτην

(그 둘은) 수행하기를 (바라다)

복수 συγχειρούργοιμεν

(우리는) 수행하기를 (바라다)

συγχειρούργοιτε

(너희는) 수행하기를 (바라다)

συγχειρούργοιεν

(그들은) 수행하기를 (바라다)

명령법단수 συγχειροῦργει

(너는) 수행해라

συγχειρουργεῖτω

(그는) 수행해라

쌍수 συγχειρούργειτον

(너희 둘은) 수행해라

συγχειρουργεῖτων

(그 둘은) 수행해라

복수 συγχειρούργειτε

(너희는) 수행해라

συγχειρουργοῦντων, συγχειρουργεῖτωσαν

(그들은) 수행해라

부정사 συγχειρούργειν

수행하는 것

분사 남성여성중성
συγχειρουργων

συγχειρουργουντος

συγχειρουργουσα

συγχειρουργουσης

συγχειρουργουν

συγχειρουργουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συγχειρούργουμαι

(나는) 수행된다

συγχειρούργει, συγχειρούργῃ

(너는) 수행된다

συγχειρούργειται

(그는) 수행된다

쌍수 συγχειρούργεισθον

(너희 둘은) 수행된다

συγχειρούργεισθον

(그 둘은) 수행된다

복수 συγχειρουργοῦμεθα

(우리는) 수행된다

συγχειρούργεισθε

(너희는) 수행된다

συγχειρούργουνται

(그들은) 수행된다

접속법단수 συγχειρούργωμαι

(나는) 수행되자

συγχειρούργῃ

(너는) 수행되자

συγχειρούργηται

(그는) 수행되자

쌍수 συγχειρούργησθον

(너희 둘은) 수행되자

συγχειρούργησθον

(그 둘은) 수행되자

복수 συγχειρουργώμεθα

(우리는) 수행되자

συγχειρούργησθε

(너희는) 수행되자

συγχειρούργωνται

(그들은) 수행되자

기원법단수 συγχειρουργοίμην

(나는) 수행되기를 (바라다)

συγχειρούργοιο

(너는) 수행되기를 (바라다)

συγχειρούργοιτο

(그는) 수행되기를 (바라다)

쌍수 συγχειρούργοισθον

(너희 둘은) 수행되기를 (바라다)

συγχειρουργοίσθην

(그 둘은) 수행되기를 (바라다)

복수 συγχειρουργοίμεθα

(우리는) 수행되기를 (바라다)

συγχειρούργοισθε

(너희는) 수행되기를 (바라다)

συγχειρούργοιντο

(그들은) 수행되기를 (바라다)

명령법단수 συγχειρούργου

(너는) 수행되어라

συγχειρουργεῖσθω

(그는) 수행되어라

쌍수 συγχειρούργεισθον

(너희 둘은) 수행되어라

συγχειρουργεῖσθων

(그 둘은) 수행되어라

복수 συγχειρούργεισθε

(너희는) 수행되어라

συγχειρουργεῖσθων, συγχειρουργεῖσθωσαν

(그들은) 수행되어라

부정사 συγχειρούργεισθαι

수행되는 것

분사 남성여성중성
συγχειρουργουμενος

συγχειρουργουμενου

συγχειρουργουμενη

συγχειρουργουμενης

συγχειρουργουμενον

συγχειρουργουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεχειροῦργουν

(나는) 수행하고 있었다

συνεχειροῦργεις

(너는) 수행하고 있었다

συνεχειροῦργειν*

(그는) 수행하고 있었다

쌍수 συνεχειρούργειτον

(너희 둘은) 수행하고 있었다

συνεχειρουργεῖτην

(그 둘은) 수행하고 있었다

복수 συνεχειρούργουμεν

(우리는) 수행하고 있었다

συνεχειρούργειτε

(너희는) 수행하고 있었다

συνεχειροῦργουν

(그들은) 수행하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 συνεχειρουργοῦμην

(나는) 수행되고 있었다

συνεχειρούργου

(너는) 수행되고 있었다

συνεχειρούργειτο

(그는) 수행되고 있었다

쌍수 συνεχειρούργεισθον

(너희 둘은) 수행되고 있었다

συνεχειρουργεῖσθην

(그 둘은) 수행되고 있었다

복수 συνεχειρουργοῦμεθα

(우리는) 수행되고 있었다

συνεχειρούργεισθε

(너희는) 수행되고 있었다

συνεχειρούργουντο

(그들은) 수행되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. 수행하다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION