Ancient Greek-English Dictionary Language

σύγκρουσις

Third declension Noun; Feminine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: σύγκρουσις σύγκρουσεως

Structure: συγκρουσι (Stem) + ς (Ending)

Etym.: from sugkrou/w

Sense

  1. collision: a conflict

Declension

Third declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • "ἡ γὰρ περιπλοκὴ κωλύουσα τὴν διάλυσιν μᾶλλον ἐπιτείνει τὴν σύγκρουσιν, ὥστε μήτε μῖξιν εἶναι μήτε κόλλησιν ἀλλὰ ταραχὴν καὶ μάχην κατ’ αὐτοὺσ τὴν λεγομένην γένεσιν· (Plutarch, Adversus Colotem, section 10 1:10)
  • , τρὶσ γὰρ ἀλλήλοισ ἑξῆσ οὐ διὰ μακροῦ παράκειται φωνήεντα συγκρούσεισ ἐργαζόμενα καὶ ἀνακοπὰσ καὶ οὐκ ἐῶντα τὴν ἀκρόασιν ἑνὸσ κώλου συνεχοῦσ λαβεῖν φαντασίαν· (Dionysius of Halicarnassus, De Compositione Verborum, chapter 2287)
  • "ἐοίκε, συγκρούσεισ λαμβάνουσα καὶ ἀποπηδήσεισ, ἑνότητα δ’ οὐ ποιοῦσα τοιαύτην, οἱάν Ἔρωσ ποιεῖ γαμικῆσ κοινωνίασ ἐπιλαβόμενοσ. (Plutarch, Amatorius, section 248)
  • οὐδὲ γὰρ διαβολὰσ αἱ κοιναὶ φιλίαι φέρουσιν οὐδὲ συγκρούσεισ· (Plutarch, De fraterno amore, section 20 1:1)
  • αἱ κοιναὶ φιλίαι φέρουσιν οὐδὲ συγκρούσεισ· (Plutarch, De fraterno amore, section 20 4:1)

Synonyms

  1. collision

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION