- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στύραξ?

명사; 로마알파벳 전사: styrax 고전 발음: [뛰락] 신약 발음: [뛰락]

기본형: στύραξ

  1. the spike at the lower end of a spear-shaft

예문

  • Ψυχή, Θυμός, Πόρπαξ, Στύραξ, Λογχή, Λόχος, Φρουρά, Φύλαξ, Τάξις, Ξίφων, Φόναξ, Φλέγων, Ἀλκή, Τεύχων, Ὑλεύς, Μήδας, Πόρθων, Σπέρχων, Ὀργή, Βρέμων, Ὕβρις, Θάλλων, Ῥώμη, Ἀνθεύς, Ἥβα, Γηθεύς, Χαρά, Λεύσων, Αὐγώ, Πολεύς, Βία, Στίχων, Σπουδή, Βρύας, Οἰνάς, Στέρρος, Κραύγη, Καίνων, Τύρβας, Σθένων, Αἰθήρ, Ἀκτίς, Αἰχμή, Νόης, Γνώμη, Στίβων, Ὁρμή. (Xenophon, Minor Works, , chapter 7 7:3)

    (크세노폰, Minor Works, , chapter 7 7:3)

  • πλεῖστος δ ὁ στύραξ φύεται παρ αὐτοῖς, δένδρον οὐ μέγα ὀρθηλόν, ἀφ οὗ καὶ τὰ στυράκινα ἀκοντίσματα, ἐοικότα τοῖς κρανεΐνοις: (Strabo, Geography, Book 12, chapter 7 5:8)

    (스트라본, 지리학, Book 12, chapter 7 5:8)

  • παρά τισι δὲ τούτων φύεται στύραξ οὐκ ὀλίγος. (Strabo, Geography, book 16, chapter 4 26:4)

    (스트라본, 지리학, book 16, chapter 4 26:4)

  • χαλκὸς δὲ καὶ σίδηρος καὶ ἔτι πορφυρᾶ ἐσθὴς στύραξ κρόκος κοστάρια τόρευμα γραφὴ πλάσμα οὐκ ἐπιχώρια: (Strabo, Geography, book 16, chapter 4 51:14)

    (스트라본, 지리학, book 16, chapter 4 51:14)

유의어

  1. the spike at the lower end of a spear-shaft

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION