헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

στιλπνός

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: στιλπνός στιλπνή στιλπνόν

형태분석: στιλπν (어간) + ος (어미)

어원: sti/lbw

  1. 빛나는, 반짝반짝하는, 번쩍이는
  1. glittering, glistening

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 στιλπνός

빛나는 (이)가

στιλπνή

빛나는 (이)가

στιλπνόν

빛나는 (것)가

속격 στιλπνοῦ

빛나는 (이)의

στιλπνῆς

빛나는 (이)의

στιλπνοῦ

빛나는 (것)의

여격 στιλπνῷ

빛나는 (이)에게

στιλπνῇ

빛나는 (이)에게

στιλπνῷ

빛나는 (것)에게

대격 στιλπνόν

빛나는 (이)를

στιλπνήν

빛나는 (이)를

στιλπνόν

빛나는 (것)를

호격 στιλπνέ

빛나는 (이)야

στιλπνή

빛나는 (이)야

στιλπνόν

빛나는 (것)야

쌍수주/대/호 στιλπνώ

빛나는 (이)들이

στιλπνᾱ́

빛나는 (이)들이

στιλπνώ

빛나는 (것)들이

속/여 στιλπνοῖν

빛나는 (이)들의

στιλπναῖν

빛나는 (이)들의

στιλπνοῖν

빛나는 (것)들의

복수주격 στιλπνοί

빛나는 (이)들이

στιλπναί

빛나는 (이)들이

στιλπνά

빛나는 (것)들이

속격 στιλπνῶν

빛나는 (이)들의

στιλπνῶν

빛나는 (이)들의

στιλπνῶν

빛나는 (것)들의

여격 στιλπνοῖς

빛나는 (이)들에게

στιλπναῖς

빛나는 (이)들에게

στιλπνοῖς

빛나는 (것)들에게

대격 στιλπνούς

빛나는 (이)들을

στιλπνᾱ́ς

빛나는 (이)들을

στιλπνά

빛나는 (것)들을

호격 στιλπνοί

빛나는 (이)들아

στιλπναί

빛나는 (이)들아

στιλπνά

빛나는 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὐδὲ τὸ ὄντα ἔστω στιλπνὰ καὶ καθαρά, καὶ ἡ θρίξ, εἴτε οὖν τοῦ δασέοσ γένουσ εἴτε τοῦ ψιλοῦ τύχοιεν αἱ κύνεσ, λεπτὴ ἔστω καὶ πυκνὴ καὶ μαλθακή. (Arrian, Cynegeticus, chapter 6 1:2)

    (아리아노스, Cynegeticus, chapter 6 1:2)

  • δουλάριά σε χρήσασθαι δεήσει καὶ ἀργυρωμάτια ὀλίγα κεκτῆσθαι καὶ ταῦτα ἐν φανερῷ δεικνύειν, εἰ οἱο͂́ν τε, ταὐτὰ πολλάκισ καὶ λανθάνειν πειρᾶσθαι ὅτι ταὐτά ἐστιν, καὶ ἱματίδια στιλπνὰ καὶ τὴν ἄλλην πομπὴν καὶ τὸν τιμώμενον ἐπιφαίνειν ὑπὸ τῶν ἐπιφανῶν τούτων καὶ δειπνεῖν πειρᾶσθαι παρ’ αὐτοῖσ ἢ δοκεῖν γε, ὅτι δειπνεῖσ, καὶ περὶ τὸ σῶμα δέ τινα κακοτεχνεῖν, ὡσ εὐμορφότερον φαίνεσθαι καὶ γενναιότερον τοῦ ὄντοσ· (Epictetus, Works, book 4, 4:3)

    (에픽테토스, Works, book 4, 4:3)

  • τὰ δὲ οὐκ ἀσφάλτῳ οὐδὲ πλίνθῳ ὀπτῇ δέδμηται, οὐδὲ κόνει στιλπνὰ ἕστηκεν, ἀλλ’ ἐστὶ μὲν καὶ ταῦτα νομιζόμενα ἐφ’ ἑκάστων τῶν τόπων, καὶ μάλα πολλὰ, καὶ τοῖσ λίθοισ, ὥσπερ Ὅμηροσ ἔφη τὸν κατ’ οἰκίαν τοῖχον, ἅμα καὶ ἀκριβῶσ ἡρμοσμένα, ἄπειρά τε μεγέθη καὶ λάμποντα χαλκοῦ στιλπνότερον. (Aristides, Aelius, Orationes, 23:9)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 23:9)

  • ὀφθαλμῶν τὰ μέλανα στιλπνά· τὰ δὲ λευκὰ, λευκότα τα καὶ πίονα· μῆλα ἐρευθῆ, φλέβεσ ἐν τῷ προσώπῳ κυρταί. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 202)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., , 202)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION