헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σταδιοδρομέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σταδιοδρομέω σταδιοδρομήσω

형태분석: σταδιοδρομέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: from stadiodro/mos

  1. to run in the stadium

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σταδιοδρομῶ

σταδιοδρομεῖς

σταδιοδρομεῖ

쌍수 σταδιοδρομεῖτον

σταδιοδρομεῖτον

복수 σταδιοδρομοῦμεν

σταδιοδρομεῖτε

σταδιοδρομοῦσιν*

접속법단수 σταδιοδρομῶ

σταδιοδρομῇς

σταδιοδρομῇ

쌍수 σταδιοδρομῆτον

σταδιοδρομῆτον

복수 σταδιοδρομῶμεν

σταδιοδρομῆτε

σταδιοδρομῶσιν*

기원법단수 σταδιοδρομοῖμι

σταδιοδρομοῖς

σταδιοδρομοῖ

쌍수 σταδιοδρομοῖτον

σταδιοδρομοίτην

복수 σταδιοδρομοῖμεν

σταδιοδρομοῖτε

σταδιοδρομοῖεν

명령법단수 σταδιοδρόμει

σταδιοδρομείτω

쌍수 σταδιοδρομεῖτον

σταδιοδρομείτων

복수 σταδιοδρομεῖτε

σταδιοδρομούντων, σταδιοδρομείτωσαν

부정사 σταδιοδρομεῖν

분사 남성여성중성
σταδιοδρομων

σταδιοδρομουντος

σταδιοδρομουσα

σταδιοδρομουσης

σταδιοδρομουν

σταδιοδρομουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σταδιοδρομοῦμαι

σταδιοδρομεῖ, σταδιοδρομῇ

σταδιοδρομεῖται

쌍수 σταδιοδρομεῖσθον

σταδιοδρομεῖσθον

복수 σταδιοδρομούμεθα

σταδιοδρομεῖσθε

σταδιοδρομοῦνται

접속법단수 σταδιοδρομῶμαι

σταδιοδρομῇ

σταδιοδρομῆται

쌍수 σταδιοδρομῆσθον

σταδιοδρομῆσθον

복수 σταδιοδρομώμεθα

σταδιοδρομῆσθε

σταδιοδρομῶνται

기원법단수 σταδιοδρομοίμην

σταδιοδρομοῖο

σταδιοδρομοῖτο

쌍수 σταδιοδρομοῖσθον

σταδιοδρομοίσθην

복수 σταδιοδρομοίμεθα

σταδιοδρομοῖσθε

σταδιοδρομοῖντο

명령법단수 σταδιοδρομοῦ

σταδιοδρομείσθω

쌍수 σταδιοδρομεῖσθον

σταδιοδρομείσθων

복수 σταδιοδρομεῖσθε

σταδιοδρομείσθων, σταδιοδρομείσθωσαν

부정사 σταδιοδρομεῖσθαι

분사 남성여성중성
σταδιοδρομουμενος

σταδιοδρομουμενου

σταδιοδρομουμενη

σταδιοδρομουμενης

σταδιοδρομουμενον

σταδιοδρομουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σταδιοδρομήσω

σταδιοδρομήσεις

σταδιοδρομήσει

쌍수 σταδιοδρομήσετον

σταδιοδρομήσετον

복수 σταδιοδρομήσομεν

σταδιοδρομήσετε

σταδιοδρομήσουσιν*

기원법단수 σταδιοδρομήσοιμι

σταδιοδρομήσοις

σταδιοδρομήσοι

쌍수 σταδιοδρομήσοιτον

σταδιοδρομησοίτην

복수 σταδιοδρομήσοιμεν

σταδιοδρομήσοιτε

σταδιοδρομήσοιεν

부정사 σταδιοδρομήσειν

분사 남성여성중성
σταδιοδρομησων

σταδιοδρομησοντος

σταδιοδρομησουσα

σταδιοδρομησουσης

σταδιοδρομησον

σταδιοδρομησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σταδιοδρομήσομαι

σταδιοδρομήσει, σταδιοδρομήσῃ

σταδιοδρομήσεται

쌍수 σταδιοδρομήσεσθον

σταδιοδρομήσεσθον

복수 σταδιοδρομησόμεθα

σταδιοδρομήσεσθε

σταδιοδρομήσονται

기원법단수 σταδιοδρομησοίμην

σταδιοδρομήσοιο

σταδιοδρομήσοιτο

쌍수 σταδιοδρομήσοισθον

σταδιοδρομησοίσθην

복수 σταδιοδρομησοίμεθα

σταδιοδρομήσοισθε

σταδιοδρομήσοιντο

부정사 σταδιοδρομήσεσθαι

분사 남성여성중성
σταδιοδρομησομενος

σταδιοδρομησομενου

σταδιοδρομησομενη

σταδιοδρομησομενης

σταδιοδρομησομενον

σταδιοδρομησομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION