헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σπουδαστής

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σπουδαστής σπουδαστοῦ

형태분석: σπουδαστ (어간) + ης (어미)

어원: spouda/zw

  1. 지원자, 추종자, 목격자, 증인
  1. one who wishes well to another, a supporter, partisan

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 σπουδαστής

지원자가

σπουδαστᾱ́

지원자들이

σπουδασταί

지원자들이

속격 σπουδαστοῦ

지원자의

σπουδασταῖν

지원자들의

σπουδαστῶν

지원자들의

여격 σπουδαστῇ

지원자에게

σπουδασταῖν

지원자들에게

σπουδασταῖς

지원자들에게

대격 σπουδαστήν

지원자를

σπουδαστᾱ́

지원자들을

σπουδαστᾱ́ς

지원자들을

호격 σπουδαστά

지원자야

σπουδαστᾱ́

지원자들아

σπουδασταί

지원자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁ δὲ τοσοῦτον ἐδέησε τοῦ ταῦτ’ ἤδη πράττειν αἱρεῖσθαι, ὥσθ’ ὅσον πρόσθεν χρηστὸσ ἦν καὶ δημοτικὸσ καὶ τῆσ πολιτείασ ἀκριβὴσ σπουδαστὴσ, τοσοῦτον νῦν ἐξέστη τῆσ ὑποθέσεωσ, καὶ τοὐναντίον ἢ πρόσθεν τοῖσ πράγμασι χρῆται· (Aristides, Aelius, Orationes, 2:6)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 2:6)

  • καίτοι ὅταν ἐξ ἀτελείασ, ὦ Δημόσθενεσ, τὰ τῶν λειτουργιῶν κατὰ μικρὸν ὑπορρέῃ καὶ τούτων αὐτὸσ ᾖσ σπουδαστὴσ, πῶσ οὐκ ἀτεχνῶσ τοῖσ θεοῖσ πολεμεῖσ, ἁκεῖνοι καλῶσ ἔθεσαν, ταῦτ’ αὐτὸσ οἷσ ποιεῖσ διαφθείρων καὶ τήν γε χάριν αὐτῶν τὸ κατὰ σαυτὸν ἀνατρέπων; (Aristides, Aelius, Orationes, 12:2)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 12:2)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION