헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σιμόω

ο 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σιμόω

형태분석: σιμό (어간) + ω (인칭어미)

어원: simo/s

  1. to turn up the nose, to bend upwards.

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σιμῶ

σιμοῖς

σιμοῖ

쌍수 σιμοῦτον

σιμοῦτον

복수 σιμοῦμεν

σιμοῦτε

σιμοῦσιν*

접속법단수 σιμῶ

σιμοῖς

σιμοῖ

쌍수 σιμῶτον

σιμῶτον

복수 σιμῶμεν

σιμῶτε

σιμῶσιν*

기원법단수 σιμοῖμι

σιμοῖς

σιμοῖ

쌍수 σιμοῖτον

σιμοίτην

복수 σιμοῖμεν

σιμοῖτε

σιμοῖεν

명령법단수 σίμου

σιμούτω

쌍수 σιμοῦτον

σιμούτων

복수 σιμοῦτε

σιμούντων, σιμούτωσαν

부정사 σιμοῦν

분사 남성여성중성
σιμων

σιμουντος

σιμουσα

σιμουσης

σιμουν

σιμουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σιμοῦμαι

σιμοῖ

σιμοῦται

쌍수 σιμοῦσθον

σιμοῦσθον

복수 σιμούμεθα

σιμοῦσθε

σιμοῦνται

접속법단수 σιμῶμαι

σιμοῖ

σιμῶται

쌍수 σιμῶσθον

σιμῶσθον

복수 σιμώμεθα

σιμῶσθε

σιμῶνται

기원법단수 σιμοίμην

σιμοῖο

σιμοῖτο

쌍수 σιμοῖσθον

σιμοίσθην

복수 σιμοίμεθα

σιμοῖσθε

σιμοῖντο

명령법단수 σιμοῦ

σιμούσθω

쌍수 σιμοῦσθον

σιμούσθων

복수 σιμοῦσθε

σιμούσθων, σιμούσθωσαν

부정사 σιμοῦσθαι

분사 남성여성중성
σιμουμενος

σιμουμενου

σιμουμενη

σιμουμενης

σιμουμενον

σιμουμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • εἰ δ’ ὡσ περὶ Σκαμάνδρου καὶ τούτου ἢ Ὅμηροσ ἤ τισ ἄλλοσ ποιήσεται τοὺσ λόγουσ, ἢ Σιμοῦντοσ, ἢ Γρανίκου, συγγνώμην ἂν ἡμῖν ἔχοι, εἰ μᾶλλον ἂν αὐτὸν φαῖμεν τῶν ἐν Τροίᾳ γιγνώσκειν ἢ τῶν κατ’ Αἴγυπτον· (Aristides, Aelius, Orationes, 29:4)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 29:4)

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION