헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σαρκόω

ο 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σαρκόω σαρκώσω

형태분석: σαρκό (어간) + ω (인칭어미)

어원: sa/rc

  1. to make to look like flesh

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σάρκω

σάρκοις

σάρκοι

쌍수 σάρκουτον

σάρκουτον

복수 σάρκουμεν

σάρκουτε

σάρκουσιν*

접속법단수 σάρκω

σάρκοις

σάρκοι

쌍수 σάρκωτον

σάρκωτον

복수 σάρκωμεν

σάρκωτε

σάρκωσιν*

기원법단수 σάρκοιμι

σάρκοις

σάρκοι

쌍수 σάρκοιτον

σαρκοίτην

복수 σάρκοιμεν

σάρκοιτε

σάρκοιεν

명령법단수 σᾶρκου

σαρκοῦτω

쌍수 σάρκουτον

σαρκοῦτων

복수 σάρκουτε

σαρκοῦντων, σαρκοῦτωσαν

부정사 σάρκουν

분사 남성여성중성
σαρκων

σαρκουντος

σαρκουσα

σαρκουσης

σαρκουν

σαρκουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σάρκουμαι

σάρκοι

σάρκουται

쌍수 σάρκουσθον

σάρκουσθον

복수 σαρκοῦμεθα

σάρκουσθε

σάρκουνται

접속법단수 σάρκωμαι

σάρκοι

σάρκωται

쌍수 σάρκωσθον

σάρκωσθον

복수 σαρκώμεθα

σάρκωσθε

σάρκωνται

기원법단수 σαρκοίμην

σάρκοιο

σάρκοιτο

쌍수 σάρκοισθον

σαρκοίσθην

복수 σαρκοίμεθα

σάρκοισθε

σάρκοιντο

명령법단수 σάρκου

σαρκοῦσθω

쌍수 σάρκουσθον

σαρκοῦσθων

복수 σάρκουσθε

σαρκοῦσθων, σαρκοῦσθωσαν

부정사 σάρκουσθαι

분사 남성여성중성
σαρκουμενος

σαρκουμενου

σαρκουμενη

σαρκουμενης

σαρκουμενον

σαρκουμενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to make to look like flesh

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION