- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πρῖγκιψ?

3군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: prīnkips 고전 발음: [링:낍] 신약 발음: [링낍]

기본형: πρῖγκιψ πρίγκιπος

형태분석: πριγκιπ (어간) + ς (어미)

  1. 왕자, 군
  1. prince

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πρῖγκιψ

왕자가

πρίγκιπε

왕자들이

πρίγκιπες

왕자들이

속격 πρίγκιπος

왕자의

πριγκίποιν

왕자들의

πριγκίπων

왕자들의

여격 πρίγκιπι

왕자에게

πριγκίποιν

왕자들에게

πρίγκιψι(ν)

왕자들에게

대격 πρίγκιπα

왕자를

πρίγκιπε

왕자들을

πρίγκιπας

왕자들을

호격 πρίγκιψ

왕자야

πρίγκιπε

왕자들아

πρίγκιπες

왕자들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοὺς τοῖς ἱππικοῖς δόρασιν ἐκ διαλαβῆς ἀμφοτέραις ταῖς χερσὶ κρατουμένοις μαχομένους συστάδην καὶ τὰ πολλὰ κατορθοῦντας ἐν ταῖς μάχαις Πρίγκιπας Ῥωμαῖοι καλοῦσιν. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 20, chapter 11 3:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 20, chapter 11 3:1)

  • παραγενομένων δ εἰς τὴν ταχθεῖσαν ἡμέραν διαλέγουσι τῶν ἀνδρῶν τοὺς μὲν νεωτάτους καὶ πενιχροτάτους εἰς τοὺς γροσφομάχους, τοὺς δ ἑξῆς τούτοις εἰς τοὺς ἁστάτους καλουμένους, τοὺς δ ἀκμαιοτάτους ταῖς ἡλικίαις εἰς τοὺς πρίγκιπας, τοὺς δὲ πρεσβυτάτους εἰς τοὺς τριαρίους. (Polybius, Histories, book 6, chapter 21 7:1)

    (폴리비오스, Histories, book 6, chapter 21 7:1)

  • διαιροῦσι δ αὐτοὺς τὸν τρόπον τοῦτον ὥστ εἶναι τοὺς μὲν πρεσβυτάτους καὶ τριαρίους προσαγορευομένους ἑξακοσίους, τοὺς δὲ πρίγκιπας χιλίους καὶ διακοσίους, ἴσους δὲ τούτοις τοὺς ἁστάτους, τοὺς δὲ λοιποὺς καὶ νεωτάτους γροσφοφόρους. (Polybius, Histories, book 6, chapter 21 9:1)

    (폴리비오스, Histories, book 6, chapter 21 9:1)

  • ὁ δ αὐτὸς τρόπος τῆς καθοπλίσεώς ἐστι καὶ περὶ τοὺς πρίγκιπας καὶ τριαρίους, πλὴν ἀντὶ τῶν ὑσσῶν οἱ τριάριοι δόρατα φοροῦσιν. (Polybius, Histories, book 6, chapter 23 16:1)

    (폴리비오스, Histories, book 6, chapter 23 16:1)

  • αὖθις δὲ πεντήκοντα πόδας ἀφ ἑκατέρων τούτων ἀποστήσαντες, ἀντίους παρεμβάλλουσι τοῖς τριαρίοις τοὺς πρίγκιπας. (Polybius, Histories, book 6, chapter 29 6:1)

    (폴리비오스, Histories, book 6, chapter 29 6:1)

유의어

  1. 왕자

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION