헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ποδήρης

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ποδήρης ποδήρες

형태분석: ποδηρη (어간) + ς (어미)

어원: A)/rw

  1. 튼튼한, 굳건한, 바른, 골은, 단단한, 견고한
  1. reaching to the feet, that falls over the feet, which covered the body quite down to the feet, straight, firm
  2. the parts about the feet, the feet

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 ποδήρης

튼튼한 (이)가

πόδηρες

튼튼한 (것)가

속격 ποδήρους

튼튼한 (이)의

ποδήρους

튼튼한 (것)의

여격 ποδήρει

튼튼한 (이)에게

ποδήρει

튼튼한 (것)에게

대격 ποδήρη

튼튼한 (이)를

πόδηρες

튼튼한 (것)를

호격 ποδῆρες

튼튼한 (이)야

πόδηρες

튼튼한 (것)야

쌍수주/대/호 ποδήρει

튼튼한 (이)들이

ποδήρει

튼튼한 (것)들이

속/여 ποδήροιν

튼튼한 (이)들의

ποδήροιν

튼튼한 (것)들의

복수주격 ποδήρεις

튼튼한 (이)들이

ποδήρη

튼튼한 (것)들이

속격 ποδήρων

튼튼한 (이)들의

ποδήρων

튼튼한 (것)들의

여격 ποδήρεσιν*

튼튼한 (이)들에게

ποδήρεσιν*

튼튼한 (것)들에게

대격 ποδήρεις

튼튼한 (이)들을

ποδήρη

튼튼한 (것)들을

호격 ποδήρεις

튼튼한 (이)들아

ποδήρη

튼튼한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πέπλοι ποδήρεισ· (Euripides, episode, trochees 11:29)

    (에우리피데스, episode, trochees 11:29)

  • ἀλλ’, ὦ γενναιότατε φιλοσόφων Τιμόκλεισ, εἰ ταῦτα ποιοῦντεσ οἱ τραγῳδοὶ πεπείκασί σε, ἀνάγκη δυοῖν θάτερον, ἤτοι Πῶλον καὶ Ἀριστόδημον καὶ Σάτυρον ἡγεῖσθαί σε θεοὺσ εἶναι τότε ἢ τὰ πρόσωπα τῶν θεῶν αὐτὰ καὶ τοὺσ ἐμβάτασ καὶ τοὺσ ποδήρεισ χιτῶνασ καὶ χλαμύδασ καὶ χειρῖδασ καὶ προγαστρίδια καὶ τἆλλα οἷσ ἐκεῖνοι σεμνύνουσι τὴν τραγῳδίαν, ὅπερ καὶ γελοιότατον ἐπεὶ καθ’ ἑαυτὸν ὁπόταν ὁ Εὐριπίδησ, μηδὲν ἐπειγούσησ τῆσ χρείασ τῶν δραμάτων, τὰ δοκοῦντὰ οἱ λέγῃ, ἀκούσῃ αὐτοῦ τότε παρρησιαζομένου, ὁρᾷσ τὸν ὑψοῦ τόνδ’ ἄπειρον αἰθέρα καὶ γῆν πέριξ ἔχονθ’ ὑγραῖσ ἐν ἀγκάλαισ ; (Lucian, Juppiter trageodeus, (no name) 41:4)

    (루키아노스, Juppiter trageodeus, (no name) 41:4)

  • χιτῶνασ ποδήρεισ ὑπεζωσμένοι κολπώσαντεσ αὐτοὺσ τῷ ἀνέμῳ καθάπερ ἱστία φέρονται ὥσπερ τὰ σκάφη. (Lucian, Verae Historiae, book 1 13:10)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 1 13:10)

  • ἑσπέρασ δὲ ἤδη προσήχθημεν νήσῳ οὐ μεγάλῃ κατῳκεῖτο δὲ ὑπὸ γυναικῶν, ὡσ ἐνομίζομεν, Ἑλλάδα φωνὴν προϊεμένων προσῄεσαν γὰρ καὶ ἐδεξιοῦντο καὶ ἠσπάζοντο, πάνυ ἑταιρικῶσ κεκοσμημέναι καὶ καλαὶ πᾶσαι καὶ νεάνιδεσ, ποδήρεισ τοὺσ χιτῶνασ ἐπισυρόμεναι. (Lucian, Verae Historiae, book 2 46:1)

    (루키아노스, Verae Historiae, book 2 46:1)

  • κομᾶν τε γὰρ τοὺσ ἄρρενασ ὥσπερ τὰσ παρθένουσ ἐκέλευσεν ἐξανθιζομένουσ καὶ βοστρυχιζομένουσ καὶ κεκρυφάλοισ τὰσ πλοκαμίδασ ἀναδοῦντασ ἐνδύεσθαί τε ποικίλουσ καὶ ποδήρεισ χιτωνίσκουσ, καὶ χλανιδίοισ ἀμπέχεσθαι λεπτοῖσ καὶ μαλακοῖσ, καὶ δίαιταν ἔχειν ὑπὸ σκιαῖσ· (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 7, chapter 9 6:1)

    (디오니시오스, Antiquitates Romanae, Books VII-IX, book 7, chapter 9 6:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION