헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πήδησις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πήδησις πήδησεως

형태분석: πηδησι (어간) + ς (어미)

어원: from phda/w

  1. 도약, 깡충깡충 뜀
  1. a leaping

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πήδησις

도약이

πηδήσει

도약들이

πηδήσεις

도약들이

속격 πηδήσεως

도약의

πηδήσοιν

도약들의

πηδήσεων

도약들의

여격 πηδήσει

도약에게

πηδήσοιν

도약들에게

πηδήσεσιν*

도약들에게

대격 πήδησιν

도약을

πηδήσει

도약들을

πηδήσεις

도약들을

호격 πήδησι

도약아

πηδήσει

도약들아

πηδήσεις

도약들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ λέγεται, μεσούσησ σχεδόν, ἐν ἡσυχίᾳ καὶ κατηφείᾳ τῆσ πόλεωσ διὰ φόβον καὶ προσδοκίαν τοῦ μέλλοντοσ οὔσησ, αἰφνίδιον ὀργάνων τε παντοδαπῶν ἐμμελεῖσ τινασ φωνὰσ ἀκουσθῆναι καὶ βοὴν ὄχλου μετὰ εὐασμῶν καὶ πηδήσεων σατυρικῶν, ὥσπερ θιάσου τινὸσ οὐκ ἀθορύβωσ ἐξελαύνοντοσ· (Plutarch, Antony, chapter 75 3:1)

    (플루타르코스, Antony, chapter 75 3:1)

  • ἢ μᾶλλον ὑμῖν ἀκούειν συνέφερε περὶ τῶν τοῦ Ἀχιλλέωσ πηδήσεών τε καὶ ὀρούσεων καὶ τῆσ φωνῆσ, ὅτι μόνον φθεγξάμενοσ ἔτρεπε τοὺσ Τρῶασ, ταῦτα μᾶλλον ὠφελεῖ ὑμᾶσ ἐκμανθάνοντασ ἢ ἐκεῖνο, ὅτι ἡ σμικρὰ πόλισ ἐν τραχεῖ σκοπέλῳ κειμένη κρείττων ἐστὶ καὶ εὐτυχεστέρα κατὰ κόσμον οἰκοῦσα ἢ μεγάλη ἐν λείῳ καὶ πλατεῖ πεδίῳ, ἐάνπερ ἀκόσμωσ καὶ ἀνόμωσ ὑπὸ ἀνθρώπων ἀφρόνων οἰκῆται; (Dio, Chrysostom, Orationes, 24:2)

    (디오, 크리소토모스, 연설 (2), 24:2)

유의어

  1. 도약

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION