헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παροινικός

형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παροινικός

  1. 술 취한, 만취한
  1. addicted to wine
  2. drunk

예문

  • οὐδέποτ’ ἐγὼ Πόλεμον οἴκαδ’ ὑποδέξομαι, οὐδὲ παρ’ ἐμοί ποτε τὸν Ἁρμόδιον ᾄσεται ξυγκατακλινείσ, ὅτι παροινικὸσ ἀνὴρ ἔφυ, ὅστισ ἐπὶ πάντ’ ἀγάθ’ ἔχοντασ ἐπικωμάσασ ἠργάσατο πάντα κακά, κἀνέτρεπε κἀξέχει κἀμάχετο καὶ προσέτι πολλὰ προκαλουμένου πῖνε κατάκεισο λαβὲ τήνδε φιλοτησίαν τὰσ χάρακασ ἧπτε πολὺ μᾶλλον ἐν τῷ πυρί, ἐξέχει θ’ ἡμῶν βίᾳ τὸν οἶνον ἐκ τῶν ἀμπέλων. (Aristophanes, Acharnians, Choral, strophe3)

    (아리스토파네스, Acharnians, Choral, strophe3)

유의어

  1. 술 취한

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION