헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παραψάλλω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παραψάλλω

형태분석: παρα (접두사) + ψάλλ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to touch lightly

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραψάλλω

παραψάλλεις

παραψάλλει

쌍수 παραψάλλετον

παραψάλλετον

복수 παραψάλλομεν

παραψάλλετε

παραψάλλουσιν*

접속법단수 παραψάλλω

παραψάλλῃς

παραψάλλῃ

쌍수 παραψάλλητον

παραψάλλητον

복수 παραψάλλωμεν

παραψάλλητε

παραψάλλωσιν*

기원법단수 παραψάλλοιμι

παραψάλλοις

παραψάλλοι

쌍수 παραψάλλοιτον

παραψαλλοίτην

복수 παραψάλλοιμεν

παραψάλλοιτε

παραψάλλοιεν

명령법단수 παραψάλλε

παραψαλλέτω

쌍수 παραψάλλετον

παραψαλλέτων

복수 παραψάλλετε

παραψαλλόντων, παραψαλλέτωσαν

부정사 παραψάλλειν

분사 남성여성중성
παραψαλλων

παραψαλλοντος

παραψαλλουσα

παραψαλλουσης

παραψαλλον

παραψαλλοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παραψάλλομαι

παραψάλλει, παραψάλλῃ

παραψάλλεται

쌍수 παραψάλλεσθον

παραψάλλεσθον

복수 παραψαλλόμεθα

παραψάλλεσθε

παραψάλλονται

접속법단수 παραψάλλωμαι

παραψάλλῃ

παραψάλληται

쌍수 παραψάλλησθον

παραψάλλησθον

복수 παραψαλλώμεθα

παραψάλλησθε

παραψάλλωνται

기원법단수 παραψαλλοίμην

παραψάλλοιο

παραψάλλοιτο

쌍수 παραψάλλοισθον

παραψαλλοίσθην

복수 παραψαλλοίμεθα

παραψάλλοισθε

παραψάλλοιντο

명령법단수 παραψάλλου

παραψαλλέσθω

쌍수 παραψάλλεσθον

παραψαλλέσθων

복수 παραψάλλεσθε

παραψαλλέσθων, παραψαλλέσθωσαν

부정사 παραψάλλεσθαι

분사 남성여성중성
παραψαλλομενος

παραψαλλομενου

παραψαλλομενη

παραψαλλομενης

παραψαλλομενον

παραψαλλομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to touch lightly

파생어

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION