헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐπιθιγγάνω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐπιθιγγάνω ἐπέθιγον

형태분석: ἐπι (접두사) + θιγγάν (어간) + ω (인칭어미)

  1. to touch on the surface, touch lightly

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιθιγγάνω

ἐπιθιγγάνεις

ἐπιθιγγάνει

쌍수 ἐπιθιγγάνετον

ἐπιθιγγάνετον

복수 ἐπιθιγγάνομεν

ἐπιθιγγάνετε

ἐπιθιγγάνουσιν*

접속법단수 ἐπιθιγγάνω

ἐπιθιγγάνῃς

ἐπιθιγγάνῃ

쌍수 ἐπιθιγγάνητον

ἐπιθιγγάνητον

복수 ἐπιθιγγάνωμεν

ἐπιθιγγάνητε

ἐπιθιγγάνωσιν*

기원법단수 ἐπιθιγγάνοιμι

ἐπιθιγγάνοις

ἐπιθιγγάνοι

쌍수 ἐπιθιγγάνοιτον

ἐπιθιγγανοίτην

복수 ἐπιθιγγάνοιμεν

ἐπιθιγγάνοιτε

ἐπιθιγγάνοιεν

명령법단수 ἐπιθίγγανε

ἐπιθιγγανέτω

쌍수 ἐπιθιγγάνετον

ἐπιθιγγανέτων

복수 ἐπιθιγγάνετε

ἐπιθιγγανόντων, ἐπιθιγγανέτωσαν

부정사 ἐπιθιγγάνειν

분사 남성여성중성
ἐπιθιγγανων

ἐπιθιγγανοντος

ἐπιθιγγανουσα

ἐπιθιγγανουσης

ἐπιθιγγανον

ἐπιθιγγανοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐπιθιγγάνομαι

ἐπιθιγγάνει, ἐπιθιγγάνῃ

ἐπιθιγγάνεται

쌍수 ἐπιθιγγάνεσθον

ἐπιθιγγάνεσθον

복수 ἐπιθιγγανόμεθα

ἐπιθιγγάνεσθε

ἐπιθιγγάνονται

접속법단수 ἐπιθιγγάνωμαι

ἐπιθιγγάνῃ

ἐπιθιγγάνηται

쌍수 ἐπιθιγγάνησθον

ἐπιθιγγάνησθον

복수 ἐπιθιγγανώμεθα

ἐπιθιγγάνησθε

ἐπιθιγγάνωνται

기원법단수 ἐπιθιγγανοίμην

ἐπιθιγγάνοιο

ἐπιθιγγάνοιτο

쌍수 ἐπιθιγγάνοισθον

ἐπιθιγγανοίσθην

복수 ἐπιθιγγανοίμεθα

ἐπιθιγγάνοισθε

ἐπιθιγγάνοιντο

명령법단수 ἐπιθιγγάνου

ἐπιθιγγανέσθω

쌍수 ἐπιθιγγάνεσθον

ἐπιθιγγανέσθων

복수 ἐπιθιγγάνεσθε

ἐπιθιγγανέσθων, ἐπιθιγγανέσθωσαν

부정사 ἐπιθιγγάνεσθαι

분사 남성여성중성
ἐπιθιγγανομενος

ἐπιθιγγανομενου

ἐπιθιγγανομενη

ἐπιθιγγανομενης

ἐπιθιγγανομενον

ἐπιθιγγανομενου

미완료(Imperfect) 시제

단순 과거(Aorist) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "ἐκεῖνο μὲν γὰρ ἐρωτᾶν ἀσφαλέστερόν ἐστιν ἢ ἀποφαίνεσθαι σοῦ παρόντοσ, εἰ, τῆσ οἰκουμένησ εὖροσ ἴσησ καὶ μῆκοσ, ἐνδέχεται πᾶσιν ὡσαύτωσ ἀπὸ τῆσ σελήνησ ὄψιν ἀνακλωμένην ἐπιθιγγάνειν τῆσ θαλάσσησ καὶ τοῖσ ἐν αὐτῇ τῇ μεγάλῃ θαλάττῃ πλέουσι νὴ Δία καὶ οἰκοῦσιν, ὥσπερ Βρεττανοῖσ, καὶ ταῦτα μηδὲ τῆσ γῆσ, ὥσ φατε, πρὸσ τὴν σφαῖραν τῆσ σελήνησ κέντρου λόγον ἐπεχούσησ. (Plutarch, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 4 1:3)

    (플루타르코스, De faciae quae in orbe lunae apparet, section 4 1:3)

  • οἱ δὲ ἐναντίοι τοῦτο ἰδόντεσ ἔθεον πρὸσ τὴν βουλὴν, ἀπαγγέλλοντεσ αἰτεῖν διάδημα τὸν Τιβέριον καὶ τούτου σημεῖον εἶναι τὸ τῆσ κεφαλῆσ ἐπιθιγγάνειν. (Plutarch, Tiberius Gracchus, chapter 19 2:2)

    (플루타르코스, Tiberius Gracchus, chapter 19 2:2)

  • τῶν γὰρ τοιούτων οὐ δοκοῦσιν ἐπιθιγγάνειν οἱ κεραυνοί, καθάπερ οὐδὲ τῆσ φώκησ τοῦ δέρματοσ οὐδὲ τῆσ ὑαίνησ. (Plutarch, Quaestiones Convivales, book 5, 4:2)

    (플루타르코스, Quaestiones Convivales, book 5, 4:2)

유의어

  1. to touch on the surface

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION