헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παρατρέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παρατρέω παρέτρεσα

형태분석: παρα (접두사) + τρέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to start aside from fear

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παράτρω

παράτρεις

παράτρει

쌍수 παράτρειτον

παράτρειτον

복수 παράτρουμεν

παράτρειτε

παράτρουσιν*

접속법단수 παράτρω

παράτρῃς

παράτρῃ

쌍수 παράτρητον

παράτρητον

복수 παράτρωμεν

παράτρητε

παράτρωσιν*

기원법단수 παράτροιμι

παράτροις

παράτροι

쌍수 παράτροιτον

παρατροίτην

복수 παράτροιμεν

παράτροιτε

παράτροιεν

명령법단수 παράτρει

παρατρεῖτω

쌍수 παράτρειτον

παρατρεῖτων

복수 παράτρειτε

παρατροῦντων, παρατρεῖτωσαν

부정사 παράτρειν

분사 남성여성중성
παρατρων

παρατρουντος

παρατρουσα

παρατρουσης

παρατρουν

παρατρουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παράτρουμαι

παράτρει, παράτρῃ

παράτρειται

쌍수 παράτρεισθον

παράτρεισθον

복수 παρατροῦμεθα

παράτρεισθε

παράτρουνται

접속법단수 παράτρωμαι

παράτρῃ

παράτρηται

쌍수 παράτρησθον

παράτρησθον

복수 παρατρώμεθα

παράτρησθε

παράτρωνται

기원법단수 παρατροίμην

παράτροιο

παράτροιτο

쌍수 παράτροισθον

παρατροίσθην

복수 παρατροίμεθα

παράτροισθε

παράτροιντο

명령법단수 παράτρου

παρατρεῖσθω

쌍수 παράτρεισθον

παρατρεῖσθων

복수 παράτρεισθε

παρατρεῖσθων, παρατρεῖσθωσαν

부정사 παράτρεισθαι

분사 남성여성중성
παρατρουμενος

παρατρουμενου

παρατρουμενη

παρατρουμενης

παρατρουμενον

παρατρουμενου

미완료(Imperfect) 시제

단순 과거(Aorist) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρέτρεσα

παρέτρεσας

παρέτρεσεν*

쌍수 παρετρέσατον

παρετρεσάτην

복수 παρετρέσαμεν

παρετρέσατε

παρέτρεσαν

접속법단수 παρατρέσω

παρατρέσῃς

παρατρέσῃ

쌍수 παρατρέσητον

παρατρέσητον

복수 παρατρέσωμεν

παρατρέσητε

παρατρέσωσιν*

기원법단수 παρατρέσαιμι

παρατρέσαις

παρατρέσαι

쌍수 παρατρέσαιτον

παρατρεσαίτην

복수 παρατρέσαιμεν

παρατρέσαιτε

παρατρέσαιεν

명령법단수 παρατρέσον

παρατρεσάτω

쌍수 παρατρέσατον

παρατρεσάτων

복수 παρατρέσατε

παρατρεσάντων

부정사 παρατρέσαι

분사 남성여성중성
παρατρεσᾱς

παρατρεσαντος

παρατρεσᾱσα

παρατρεσᾱσης

παρατρεσαν

παρατρεσαντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 παρετρεσάμην

παρετρέσω

παρετρέσατο

쌍수 παρετρέσασθον

παρετρεσάσθην

복수 παρετρεσάμεθα

παρετρέσασθε

παρετρέσαντο

접속법단수 παρατρέσωμαι

παρατρέσῃ

παρατρέσηται

쌍수 παρατρέσησθον

παρατρέσησθον

복수 παρατρεσώμεθα

παρατρέσησθε

παρατρέσωνται

기원법단수 παρατρεσαίμην

παρατρέσαιο

παρατρέσαιτο

쌍수 παρατρέσαισθον

παρατρεσαίσθην

복수 παρατρεσαίμεθα

παρατρέσαισθε

παρατρέσαιντο

명령법단수 παρατρέσαι

παρατρεσάσθω

쌍수 παρατρέσασθον

παρατρεσάσθων

복수 παρατρέσασθε

παρατρεσάσθων

부정사 παρατρέσεσθαι

분사 남성여성중성
παρατρεσαμενος

παρατρεσαμενου

παρατρεσαμενη

παρατρεσαμενης

παρατρεσαμενον

παρατρεσαμενου

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION