헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

νηπιότης

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: νηπιότης νηπιότητος

형태분석: νηπιοτητ (어간) + ς (어미)

어원: from nh/pios

  1. 유년기, 유아, 어린시절
  1. childhood, childishness

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 νηπιότης

유년기가

νηπιότητε

유년기들이

νηπιότητες

유년기들이

속격 νηπιότητος

유년기의

νηπιοτήτοιν

유년기들의

νηπιοτήτων

유년기들의

여격 νηπιότητι

유년기에게

νηπιοτήτοιν

유년기들에게

νηπιότησιν*

유년기들에게

대격 νηπιότητα

유년기를

νηπιότητε

유년기들을

νηπιότητας

유년기들을

호격 νηπιότη

유년기야

νηπιότητε

유년기들아

νηπιότητες

유년기들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ δώσω αὐτῇ τὰ κτήματα αὐτῆσ ἐκεῖθεν καὶ τὴν κοιλάδα Ἀχὼρ διανοῖξαι σύνεσιν αὐτῆσ, καὶ ταπεινωθήσεται ἐκεῖ κατὰ τὰσ ἡμέρασ νηπιότητοσ αὐτῆσ καὶ κατὰ τὰσ ἡμέρασ ἀναβάσεωσ αὐτῆσ ἐκ γῆσ Αἰγύπτου. (Septuagint, Prophetia Osee 2:17)

    (70인역 성경, 호세아서 2:17)

  • διὸ δὴ πολλοῖσ αὐτὸ οἱο͂ν χαλινοῖσ τισιν δεῖ δεσμεύειν, πρῶτον μέν, τροφῶν καὶ μητέρων ὅταν ἀπαλλάττηται, παιδαγωγοῖσ παιδίασ καὶ νηπιότητοσ χάριν, ἔτι δ’ αὖ τοῖσ διδάσκουσιν καὶ ὁτιοῦν καὶ μαθήμασιν ὡσ ἐλεύθερον· (Plato, Laws, book 7 128:4)

    (플라톤, Laws, book 7 128:4)

  • ἡ δὲ ἡσθεῖσα ὑπὸ νηπιότητοσ τῇ παρουσίᾳ τοῦ Ιἀκώβου ἀνέκρινεν αὐτόν, τίσ τε ὢν καὶ πόθεν ἥκοι πρὸσ αὐτοὺσ καὶ ὑπὸ τίνοσ χρείασ ἠγμένοσ, ηὔχετο δὲ δυνατὸν εἶναι αὐτοῖσ παρέχειν ὧν ἀφικνεῖται δεόμενοσ. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 1 377:2)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 1 377:2)

  • καταφέρει δ’ ὁ Μωυσῆσ εἰσ τὴν γῆν περιελόμενοσ αὐτὸ κατὰ νηπιότητα δῆθεν ἐπέβαινέ τε αὐτῷ τοῖσ ποσί. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 2 289:2)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 2 289:2)

유의어

  1. 유년기

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION