Ancient Greek-English Dictionary Language

νεοσφαγής

Third declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: νεοσφαγής νεοσφαγές

Structure: νεοσφαγη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: sfa/zw

Sense

  1. fresh-slain

Examples

  • ‐ τὸν δὲ τῆσ νεοσφαγοῦσ Πολυξένησ ἐπίσχεσ, Ἀγάμεμνον, τάφον, ὡσ τώδ’ ἀδελφὼ πλησίον μιᾷ φλογί, δισσὴ μέριμνα μητρί, κρυφθῆτον χθονί. (Euripides, Hecuba, episode, iambics 6:27)
  • ἔτι δὲ νεοσφαγοῦσ ἐρριμμένου τοῦ σώματοσ καὶ σπαίροντοσ ἡ θυγάτηρ παρῆν. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 4, chapter 39 4:4)
  • τῆσ ὀρυγῆσ εἰσ πολὺ βάθοσ ἤδη προϊούσησ, εὑρῆσθαι κεφαλὴ νεοσφαγοῦσ ἀνθρώπου τό τε πρόσωπον ἔχουσα τοῖσ ἐμψύχοισ ὅμοιον καὶ τὸ καταφερόμενον ἐκ τῆσ ἀποτομῆσ αἷμα θερμὸν ἔτι καὶ νεαρόν. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books IV-VI, book 4, chapter 59 3:1)

Synonyms

  1. fresh-slain

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION