Ancient Greek-English Dictionary Language

νεκροπομπός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: νεκροπομπός νεκροπομπόν

Structure: νεκροπομπ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. conducting the dead

Examples

  • ὁ δὲ καλὸσ ἡμῖν κἀγαθὸσ νεκροπομπὸσ ὥσπερ τισ ἄλλοσ καὶ αὐτὸσ ἄνω τὸ τῆσ Λήθησ ὕδωρ πεπωκὼσ ἀναστρέψαι πρὸσ ἡμᾶσ ἐπιλέλησται, καὶ ἤτοι παλαίει μετὰ τῶν ἐφήβων ἢ κιθαρίζει ἢ λόγουσ τινὰσ διεξέρχεται ἐπιδεικνύμενοσ τὸν λῆρον τὸν αὑτοῦ, ἢ τάχα που καὶ κλωπεύει ὁ γεννάδασ παρελθών μία γὰρ αὐτοῦ καὶ αὕτη τῶν τεχνῶν. (Lucian, Cataplus, (no name) 1:5)
  • τὸ δὲ πάντων δεινότατον, ὅτι μηδὲ νυκτὸσ καθεύδω μόνοσ τῶν ἄλλων, ἀλλὰ δεῖ με καὶ τότε τῷ Πλούτωνι ψυχαγωγεῖν καὶ νεκροπομπὸν εἶναι καὶ παρεστάναι τῷ δικαστηρίῳ· (Lucian, Dialogi deorum, 1:6)

Synonyms

  1. conducting the dead

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION