헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μονήρης

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μονήρης μονήρες

형태분석: μονηρη (어간) + ς (어미)

어원: A)/rw

  1. 홀로의, 하나의, 혼자의
  1. single, solitary

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 μονήρης

홀로의 (이)가

μόνηρες

홀로의 (것)가

속격 μονήρους

홀로의 (이)의

μονήρους

홀로의 (것)의

여격 μονήρει

홀로의 (이)에게

μονήρει

홀로의 (것)에게

대격 μονήρη

홀로의 (이)를

μόνηρες

홀로의 (것)를

호격 μονῆρες

홀로의 (이)야

μόνηρες

홀로의 (것)야

쌍수주/대/호 μονήρει

홀로의 (이)들이

μονήρει

홀로의 (것)들이

속/여 μονήροιν

홀로의 (이)들의

μονήροιν

홀로의 (것)들의

복수주격 μονήρεις

홀로의 (이)들이

μονήρη

홀로의 (것)들이

속격 μονήρων

홀로의 (이)들의

μονήρων

홀로의 (것)들의

여격 μονήρεσιν*

홀로의 (이)들에게

μονήρεσιν*

홀로의 (것)들에게

대격 μονήρεις

홀로의 (이)들을

μονήρη

홀로의 (것)들을

호격 μονήρεις

홀로의 (이)들아

μονήρη

홀로의 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "καὶ τὸ οἰκτεῖραι δακρύοντα ἢ ἐπικουρῆσαι δεομένῳ παρανομία καὶ κατάλυσισ τῶν ἐθῶν μονήρησ δὲ ἡ δίαιτα καθάπερ τοῖσ λύκοισ, καὶ φίλοσ εἷσ Τίμων. (Lucian, Timon, (no name) 42:5)

    (루키아노스, Timon, (no name) 42:5)

  • ἐστὶ δὲ μονήρησ, ὥσ φησιν Ἀριστοτέλησ, σαρκοφάγοσ τε καὶ καρχαρόδουσ, τὴν χροιὰν μὲν μέλασ, ὀφθαλμοὺσ δὲ μείζονασ ἢ καθ’ αὑτὸν ἔχων, καρδίαν τρίγωνον λευκήν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 614)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 614)

  • "ὁ κίθαροσ, φησί, καρχαρόδουσ, μονήρησ, φυκοφάγοσ, τὴν γλῶτταν ἀπολελυμένοσ, καρδίαν λευκὴν ἔχων καὶ πλατεῖαν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 732)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 732)

  • οὗτοι, ὡσ Ἀριστοτέλησ ἱστορεῖ, μονήρεισ εἰσὶ καὶ σαρκοφάγοι, γλῶσσαν δ’ ἔχουσιν ὀστώδη καὶ προσπεφυκυῖαν, καρδίαν τρίγωνον ἐν δὲ πέμπτῳ ζῴων μορίων τίκτειν αὐτοὺσ καθάπερ τοὺσ κεστρεῖσ καὶ χρυσόφρυασ μάλιστ’ οὗ ἂν ποταμοὶ ῥέωσι. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 862)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 862)

  • Ἀριστοτέλησ δ’ ἐν πέμπτῳ ζῴων μορίων ταχεῖαν λέγων γίνεσθαι τοῖσ ἰχθύσι τὴν αὔξησιν, καὶ ὀρφώσ, φησίν ἐκ μικροῦ γίνεται μέγασ ταχέωσ, ἐστὶ δὲ καὶ σαρκοφάγοσ καὶ καρχαρόδουσ, ἔτι δὲ καὶ μονήρησ, ἴδιον δ’ ἐν αὐτῷ ἐστι τὸ τοὺσ θορικοὺσ πόρουσ μὴ εὑρίσκεσθαι καὶ τὸ δύνασθαι πολὺν χρόνον ζῆν μετὰ τὴν ἀνατομήν. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 973)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 973)

  • μονήρησ δ’ ἐστὶ καὶ φυκοφάγοσ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 115 2:1)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 7, book 7, chapter 115 2:1)

유의어

  1. 홀로의

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION