μαινάς
3군 변화 명사;
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
μαινάς
μαινάδος
형태분석:
μαιναδ
(어간)
+
ς
(어미)
뜻
- raving, frantic
- a mad woman, a Bacchante, Bacchanal, Maenad
- causing madness
곡용 정보
3군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- εὐθὺσ δὲ τὰ τύμπανα ἐπαταγεῖτο καὶ τὰ κύμβαλα τὸ πολεμικὸν ἐσήμαινε καὶ τῶν Σατύρων τισ λαβὼν τὸ κέρασ ἐπηύλει τὸ ὄρθιον καὶ ὁ τοῦ Σιληνοῦ ὄνοσ ἐνυάλιόν τι ὠγκήσατο καὶ αἱ Μαινάδεσ σὺν ὀλολυγῇ ἐνεπήδησαν αὐτοῖσ δράκοντασ ὑπεζωσμέναι κἀκ τῶν θύρσων ἄκρων ἀπογυμνοῦσαι τὸν σίδηρον. (Lucian, (no name) 4:3)
(루키아노스, (no name) 4:3)
- ἔτεκεν δ’, ἁνίκα Μοῖραι τέλεσαν, ταυρόκερων θεὸν στεφάνωσέν τε δρακόντων στεφάνοισ, ἔνθεν ἄγραν θη‐ ροτρόφον μαινάδεσ ἀμφι‐ βάλλονται πλοκάμοισ. (Euripides, choral, antistrophe 13)
(에우리피데스, choral, antistrophe 13)
- δίκετε πεδόσε τρομερὰ σώματα δίκετε, Μαινάδεσ· (Euripides, episode, lyric2)
(에우리피데스, episode, lyric2)
- ἦν δ’ ἄγκοσ ἀμφίκρημνον, ὕδασι διάβροχον, πεύκαισι συσκιάζον, ἔνθα μαινάδεσ καθῆντ’ ἔχουσαι χεῖρασ ἐν τερπνοῖσ πόνοισ. (Euripides, episode, lyric 2:2)
(에우리피데스, episode, lyric 2:2)
- Φέρε, περιστᾶσαι κύκλῳ πτόρθου λάβεσθε, μαινάδεσ, τὸν ἀμβάτην θῆρ’ ὡσ ἕλωμεν, μηδ’ ἀπαγγείλῃ θεοῦ χοροὺσ κρυφαίουσ. (Euripides, episode, lyric 5:12)
(에우리피데스, episode, lyric 5:12)
유의어
-
a mad woman
- θυιάς (a mad or inspired woman, a Bacchante)