κόρυζα
1군 변화 명사; 여성
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
κόρυζα
κόρυζης
형태분석:
κορυζ
(어간)
+
α
(어미)
뜻
- 어리석음, 개지랄, 바보짓, 우둔함
- a running at the nose, drivelling, stupidity
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- ἐπεὶ γὰρ οὕτω διέκειτο ὁ Πύρροσ καὶ ταῦτα ὑπὲρ ἑαυτοῦ ἐπέπειστο, οὐδεὶσ ὅστισ οὐ συνετίθετο καὶ συνέπασχεν αὐτῷ, ἄχρι δή τισ ἐν Λαρίσῃ πρεσβῦτισ ξένη αὐτῷ τἀληθὲσ εἰποῦσα ἔπαυσεν αὐτὸν τῆσ κορύζησ. (Lucian, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 21:6)
(루키아노스, Adversus indoctum et libros multos ementem, (no name) 21:6)
- ἦν δὲ τὸ μηχάνημα τοῦτο ἀνδρὶ μὲν οἱῴ σοί, εἰ δὲ μὴ φορτικὸν εἰπεῖν, καὶ οἱῴ ἐμοί, πρόδηλον καὶ γνῶναι ῥᾴδιον, τοῖσ δὲ ἰδιώταισ καὶ κορύζησ μεστοῖσ τὴν ῥῖνα τεράστιον καὶ πάνυ ἀπίστῳ ὅμοιον. (Lucian, Alexander, (no name) 20:1)
(루키아노스, Alexander, (no name) 20:1)
- "εἰ μὴ πάνυ κορύζησ τὴν ῥῖνα μεστὸσ εἰήν, ὡσ πιστεύειν τὰ ἔξω καὶ μηδὲν κοινωνοῦντα τοῖσ ἔνδοθεν ἐπεγείρουσι τὰ νοσήματα μετὰ ῥηματίων, ὥσ φατε, καὶ γοητείασ τινὸσ ἐνεργεῖν καὶ τὴν ἰάσιν ἐπιπέμπειν προσαρτώμενα. (Lucian, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 8:8)
(루키아노스, Philopsuedes sive incredulus, (no name) 8:8)
- ἐχρῆν γὰρ τὸ πρᾶγμα ἑξῆσ πωσ γίνεσθαι, τὸν πρεσβύτερον πρότερον καὶ μετὰ τοῦτον ὅστισ καὶ τῇ ἡλικίᾳ μετ̓ αὐτόν, ἀναστρέφεσθαι δὲ μηδαμῶσ, μηδὲ ζῆν μὲν τὸν ὑπέργηρων ὀδόντασ τρεῖσ ἔτι λοιποὺσ ἔχοντα, μόγισ ὁρῶντα, οἰκέταισ τέτταρσιν ἐπικεκυφότα, κορύζησ μὲν τὴν ῥῖνα, λήμησ δὲ τοὺσ ὀφθαλμοὺσ μεστὸν ὄντα, οὐδὲν ἔτι ἡδὺ εἰδότα, ἔμψυχόν τινα τάφον ὑπὸ τῶν νέων καταγελώμενον, ἀποθνήσκειν δὲ καλλίστουσ καὶ ἐρρωμενεστάτουσ νεανίσκουσ· (Lucian, Dialogi mortuorum, 3:2)
(루키아노스, Dialogi mortuorum, 3:2)
- καὶ τοῦτο μὲν ἔτι ἄκριτον καὶ ἀνώνυμοσ ἡμῖν ἡ καλὴ πόλισ ἐκείνη, λήρου πολλοῦ καὶ κορύζησ συγγραφικῆσ γέμουσα· (Lucian, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 31 1:4)
(루키아노스, Quomodo historia conscribenda sit, chapter 31 1:4)