헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κομπολακέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κομπολακέω

형태분석: κομπολακέ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to talk big, be an empty braggart

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κομπολάκω

κομπολάκεις

κομπολάκει

쌍수 κομπολάκειτον

κομπολάκειτον

복수 κομπολάκουμεν

κομπολάκειτε

κομπολάκουσιν*

접속법단수 κομπολάκω

κομπολάκῃς

κομπολάκῃ

쌍수 κομπολάκητον

κομπολάκητον

복수 κομπολάκωμεν

κομπολάκητε

κομπολάκωσιν*

기원법단수 κομπολάκοιμι

κομπολάκοις

κομπολάκοι

쌍수 κομπολάκοιτον

κομπολακοίτην

복수 κομπολάκοιμεν

κομπολάκοιτε

κομπολάκοιεν

명령법단수 κομπολᾶκει

κομπολακεῖτω

쌍수 κομπολάκειτον

κομπολακεῖτων

복수 κομπολάκειτε

κομπολακοῦντων, κομπολακεῖτωσαν

부정사 κομπολάκειν

분사 남성여성중성
κομπολακων

κομπολακουντος

κομπολακουσα

κομπολακουσης

κομπολακουν

κομπολακουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 κομπολάκουμαι

κομπολάκει, κομπολάκῃ

κομπολάκειται

쌍수 κομπολάκεισθον

κομπολάκεισθον

복수 κομπολακοῦμεθα

κομπολάκεισθε

κομπολάκουνται

접속법단수 κομπολάκωμαι

κομπολάκῃ

κομπολάκηται

쌍수 κομπολάκησθον

κομπολάκησθον

복수 κομπολακώμεθα

κομπολάκησθε

κομπολάκωνται

기원법단수 κομπολακοίμην

κομπολάκοιο

κομπολάκοιτο

쌍수 κομπολάκοισθον

κομπολακοίσθην

복수 κομπολακοίμεθα

κομπολάκοισθε

κομπολάκοιντο

명령법단수 κομπολάκου

κομπολακεῖσθω

쌍수 κομπολάκεισθον

κομπολακεῖσθων

복수 κομπολάκεισθε

κομπολακεῖσθων, κομπολακεῖσθωσαν

부정사 κομπολάκεισθαι

분사 남성여성중성
κομπολακουμενος

κομπολακουμενου

κομπολακουμενη

κομπολακουμενης

κομπολακουμενον

κομπολακουμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to talk big

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION