Ancient Greek-English Dictionary Language

κομματικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: κομματικός κομματική κομματικόν

Structure: κομματικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: ko/mma II

Sense

  1. consisting of short clauses

Examples

  • καὶ οὐκ αἰσχύνεται τὴν μὲν ἐλευθερίαν καὶ τὸ ἄνετον τῶν ἐν ἐμοὶ λόγων συντεμών, εἰσ μικρὰ δὲ καὶ κομματικὰ ἐρωτήματα κατακλείσασ ἑαυτόν, καὶ ἀντὶ τοῦ λέγειν ὅ τι βούλεται μεγάλῃ τῇ φωνῇ βραχεῖσ τινασ λόγουσ ἀναπλέκων καὶ συλλαβίζων, ἀφ’ ὧν ἀθρόοσ μὲν ἔπαινοσ ἢ κρότοσ πολὺσ οὐκ ἂν ἀπαντήσειεν αὐτῷ, μειδίαμα δὲ παρὰ τῶν ἀκουόντων καὶ τὸ ἐπισεῖσαι τὴν χεῖρα ἐντὸσ τῶν ὁρ́ων καὶ μικρὰ ἐπινεῦσαι τῇ κεφαλῇ καὶ ἐπιστενάξαι τοῖσ λεγομένοισ. (Lucian, Bis accusatus sive tribunalia, (no name) 28:2)

Synonyms

  1. consisting of short clauses

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION