헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

καταπυγοσύνη

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: καταπυγοσύνη

형태분석: καταπυγοσυν (어간) + η (어미)

어원: from katapu/gwn

  1. brutal lust

곡용 정보

1군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὁρῶ νὴ Δία καταπυγοσύνην καὶ πασχητιασμόν τινα καὶ ἀσέλγειαν οὐκ ἀνθρωπίνην τὴν γυναῖκα δὲ ἑτέρωθι ὑπὸ τοῦ μαγείρου καὶ αὐτήν τί οὖν; (Lucian, Gallus, (no name) 32:7)

    (루키아노스, Gallus, (no name) 32:7)

  • καὶ πρὸσ τούτοισ τῆσ Ἀντιμάχου καταπυγοσύνησ ἀναπλήσει. (Aristophanes, Clouds, Agon, pnigos3)

    (아리스토파네스, Clouds, Agon, pnigos3)

  • Ἥραν τέ οἱ Ἀσπασίαν τίκτει Καταπυγοσύνη παλλακὴν κυνώπιδα. (Plutarch, , chapter 24 6:4)

    (플루타르코스, , chapter 24 6:4)

  • Ἦν οὖν ἀσόλοικόσ τισ καὶ γενναῖοσ, παρῃτημένοσ ἅ φησιν Ἀριστοφάνησ περὶ Εὐριπίδου, "ὀξωτὰ καὶ σιλφιωτά," ἅπερ, ὡσ ὁ αὐτόσ φησι, καταπυγοσύνη ταῦτ’ ἐστὶ πρὸσ κρέασ μέγα. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, D, Kef. g'. POLEMWN 3:5)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, D, Kef. g'. POLEMWN 3:5)

유의어

  1. brutal lust

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION