Ancient Greek-English Dictionary Language

κανονίς

Third declension Noun; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: κανονίς κανονίδος

Structure: κανονιδ (Stem) + ς (Ending)

Sense

  1. a ruler

Declension

Third declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • καὶ προσελθοῦσα τῷ κανόνι τῆσ κλίνησ, ὃσ ἦν πρὸσ κεφαλῆσ Ὀλοφέρνου, καθεῖλε τὸν ἀκινάκην αὐτοῦ ἀπ̓ αὐτοῦ (Septuagint, Liber Iudith 13:6)
  • τοῦτο δ’ ἤν τισ εὖ μάθῃ, οἶδεν τό γ’ αἰσχρόν, κανόνι τοῦ καλοῦ μαθών. (Euripides, Hecuba, episode 5:8)
  • λάζυσθαι χρεὼν μοχλοὺσ δικέλλασ θ’, ὥστε Κυκλώπων βάθρα φοίνικι κανόνι καὶ τύκοισ ἡρμοσμένα στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινῶσαι πάλιν. (Euripides, Heracles, episode, lyric 1:15)
  • ὀρθῷ μετρήσω κανόνι προστιθείσ, ἵνα ὁ κύκλοσ γένηται σοι τετράγωνοσ κἀν μέσῳ ἀγορά, φέρουσαι δ’ ὦσιν εἰσ αὐτὴν ὁδοὶ ὀρθαὶ πρὸσ αὐτὸ τὸ μέσον, ὥσπερ δ’ ἀστέροσ αὐτοῦ κυκλοτεροῦσ ὄντοσ ὀρθαὶ πανταχῇ ἀκτῖνεσ ἀπολάμπωσιν. (Aristophanes, Birds, Lyric-Scene, iambics 2:20)
  • ὅσα μὲν γὰρ τῶν ἀδικημάτων νόμοσ τισ διώρικε, ῥᾴδιον τούτῳ κανόνι χρωμένουσ κολάζειν τοὺσ παρανομοῦντασ· (Lycurgus, Speeches, 13:3)

Synonyms

  1. a ruler

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION