헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

φυγαδεύω

비축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: φυγαδεύω φυγαδεύσω

형태분석: φυγαδεύ (어간) + ω (인칭어미)

어원: fuga/s

  1. 추방하다, 쫓아내다, 제거하다
  1. to drive from a country, banish

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 φυγαδεύω

(나는) 추방한다

φυγαδεύεις

(너는) 추방한다

φυγαδεύει

(그는) 추방한다

쌍수 φυγαδεύετον

(너희 둘은) 추방한다

φυγαδεύετον

(그 둘은) 추방한다

복수 φυγαδεύομεν

(우리는) 추방한다

φυγαδεύετε

(너희는) 추방한다

φυγαδεύουσιν*

(그들은) 추방한다

접속법단수 φυγαδεύω

(나는) 추방하자

φυγαδεύῃς

(너는) 추방하자

φυγαδεύῃ

(그는) 추방하자

쌍수 φυγαδεύητον

(너희 둘은) 추방하자

φυγαδεύητον

(그 둘은) 추방하자

복수 φυγαδεύωμεν

(우리는) 추방하자

φυγαδεύητε

(너희는) 추방하자

φυγαδεύωσιν*

(그들은) 추방하자

기원법단수 φυγαδεύοιμι

(나는) 추방하기를 (바라다)

φυγαδεύοις

(너는) 추방하기를 (바라다)

φυγαδεύοι

(그는) 추방하기를 (바라다)

쌍수 φυγαδεύοιτον

(너희 둘은) 추방하기를 (바라다)

φυγαδευοίτην

(그 둘은) 추방하기를 (바라다)

복수 φυγαδεύοιμεν

(우리는) 추방하기를 (바라다)

φυγαδεύοιτε

(너희는) 추방하기를 (바라다)

φυγαδεύοιεν

(그들은) 추방하기를 (바라다)

명령법단수 φυγάδευε

(너는) 추방해라

φυγαδευέτω

(그는) 추방해라

쌍수 φυγαδεύετον

(너희 둘은) 추방해라

φυγαδευέτων

(그 둘은) 추방해라

복수 φυγαδεύετε

(너희는) 추방해라

φυγαδευόντων, φυγαδευέτωσαν

(그들은) 추방해라

부정사 φυγαδεύειν

추방하는 것

분사 남성여성중성
φυγαδευων

φυγαδευοντος

φυγαδευουσα

φυγαδευουσης

φυγαδευον

φυγαδευοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 φυγαδεύομαι

(나는) 추방된다

φυγαδεύει, φυγαδεύῃ

(너는) 추방된다

φυγαδεύεται

(그는) 추방된다

쌍수 φυγαδεύεσθον

(너희 둘은) 추방된다

φυγαδεύεσθον

(그 둘은) 추방된다

복수 φυγαδευόμεθα

(우리는) 추방된다

φυγαδεύεσθε

(너희는) 추방된다

φυγαδεύονται

(그들은) 추방된다

접속법단수 φυγαδεύωμαι

(나는) 추방되자

φυγαδεύῃ

(너는) 추방되자

φυγαδεύηται

(그는) 추방되자

쌍수 φυγαδεύησθον

(너희 둘은) 추방되자

φυγαδεύησθον

(그 둘은) 추방되자

복수 φυγαδευώμεθα

(우리는) 추방되자

φυγαδεύησθε

(너희는) 추방되자

φυγαδεύωνται

(그들은) 추방되자

기원법단수 φυγαδευοίμην

(나는) 추방되기를 (바라다)

φυγαδεύοιο

(너는) 추방되기를 (바라다)

φυγαδεύοιτο

(그는) 추방되기를 (바라다)

쌍수 φυγαδεύοισθον

(너희 둘은) 추방되기를 (바라다)

φυγαδευοίσθην

(그 둘은) 추방되기를 (바라다)

복수 φυγαδευοίμεθα

(우리는) 추방되기를 (바라다)

φυγαδεύοισθε

(너희는) 추방되기를 (바라다)

φυγαδεύοιντο

(그들은) 추방되기를 (바라다)

명령법단수 φυγαδεύου

(너는) 추방되어라

φυγαδευέσθω

(그는) 추방되어라

쌍수 φυγαδεύεσθον

(너희 둘은) 추방되어라

φυγαδευέσθων

(그 둘은) 추방되어라

복수 φυγαδεύεσθε

(너희는) 추방되어라

φυγαδευέσθων, φυγαδευέσθωσαν

(그들은) 추방되어라

부정사 φυγαδεύεσθαι

추방되는 것

분사 남성여성중성
φυγαδευομενος

φυγαδευομενου

φυγαδευομενη

φυγαδευομενης

φυγαδευομενον

φυγαδευομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 φυγαδεύσω

(나는) 추방하겠다

φυγαδεύσεις

(너는) 추방하겠다

φυγαδεύσει

(그는) 추방하겠다

쌍수 φυγαδεύσετον

(너희 둘은) 추방하겠다

φυγαδεύσετον

(그 둘은) 추방하겠다

복수 φυγαδεύσομεν

(우리는) 추방하겠다

φυγαδεύσετε

(너희는) 추방하겠다

φυγαδεύσουσιν*

(그들은) 추방하겠다

기원법단수 φυγαδεύσοιμι

(나는) 추방하겠기를 (바라다)

φυγαδεύσοις

(너는) 추방하겠기를 (바라다)

φυγαδεύσοι

(그는) 추방하겠기를 (바라다)

쌍수 φυγαδεύσοιτον

(너희 둘은) 추방하겠기를 (바라다)

φυγαδευσοίτην

(그 둘은) 추방하겠기를 (바라다)

복수 φυγαδεύσοιμεν

(우리는) 추방하겠기를 (바라다)

φυγαδεύσοιτε

(너희는) 추방하겠기를 (바라다)

φυγαδεύσοιεν

(그들은) 추방하겠기를 (바라다)

부정사 φυγαδεύσειν

추방할 것

분사 남성여성중성
φυγαδευσων

φυγαδευσοντος

φυγαδευσουσα

φυγαδευσουσης

φυγαδευσον

φυγαδευσοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 φυγαδεύσομαι

(나는) 추방되겠다

φυγαδεύσει, φυγαδεύσῃ

(너는) 추방되겠다

φυγαδεύσεται

(그는) 추방되겠다

쌍수 φυγαδεύσεσθον

(너희 둘은) 추방되겠다

φυγαδεύσεσθον

(그 둘은) 추방되겠다

복수 φυγαδευσόμεθα

(우리는) 추방되겠다

φυγαδεύσεσθε

(너희는) 추방되겠다

φυγαδεύσονται

(그들은) 추방되겠다

기원법단수 φυγαδευσοίμην

(나는) 추방되겠기를 (바라다)

φυγαδεύσοιο

(너는) 추방되겠기를 (바라다)

φυγαδεύσοιτο

(그는) 추방되겠기를 (바라다)

쌍수 φυγαδεύσοισθον

(너희 둘은) 추방되겠기를 (바라다)

φυγαδευσοίσθην

(그 둘은) 추방되겠기를 (바라다)

복수 φυγαδευσοίμεθα

(우리는) 추방되겠기를 (바라다)

φυγαδεύσοισθε

(너희는) 추방되겠기를 (바라다)

φυγαδεύσοιντο

(그들은) 추방되겠기를 (바라다)

부정사 φυγαδεύσεσθαι

추방될 것

분사 남성여성중성
φυγαδευσομενος

φυγαδευσομενου

φυγαδευσομενη

φυγαδευσομενης

φυγαδευσομενον

φυγαδευσομενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐφυγάδευον

(나는) 추방하고 있었다

ἐφυγάδευες

(너는) 추방하고 있었다

ἐφυγάδευεν*

(그는) 추방하고 있었다

쌍수 ἐφυγαδεύετον

(너희 둘은) 추방하고 있었다

ἐφυγαδευέτην

(그 둘은) 추방하고 있었다

복수 ἐφυγαδεύομεν

(우리는) 추방하고 있었다

ἐφυγαδεύετε

(너희는) 추방하고 있었다

ἐφυγάδευον

(그들은) 추방하고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐφυγαδευόμην

(나는) 추방되고 있었다

ἐφυγαδεύου

(너는) 추방되고 있었다

ἐφυγαδεύετο

(그는) 추방되고 있었다

쌍수 ἐφυγαδεύεσθον

(너희 둘은) 추방되고 있었다

ἐφυγαδευέσθην

(그 둘은) 추방되고 있었다

복수 ἐφυγαδευόμεθα

(우리는) 추방되고 있었다

ἐφυγαδεύεσθε

(너희는) 추방되고 있었다

ἐφυγαδεύοντο

(그들은) 추방되고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀλλ’ οὐδὲ τούτοισ ὁ τύραννοσ ἐκάμπτετο, πολλοὺσ δ’ ἀνῄρει καὶ πλείονασ ἐφυγάδευεν ὀκτακόσιοι γοῦν λέγονται καταφυγεῖν εἰσ Αἰτωλοὺσ δεόμενοι τὰσ γυναῖκασ αὑτοῖσ καὶ τὰ νήπια τῶν τέκνων κομίσασθαι παρὰ τοῦ τυράννου. (Plutarch, Mulierum virtutes, 3:2)

    (플루타르코스, Mulierum virtutes, 3:2)

  • ἀλλ’ οὐδὲ τούτοισ ὁ τύραννοσ ἐκάμπτετο, πολλοὺσ δ’ ἀνῄρει καὶ πλείονασ ἐφυγάδευεν· (Plutarch, Mulierum virtutes, 8:1)

    (플루타르코스, Mulierum virtutes, 8:1)

유의어

  1. 추방하다

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION