Ancient Greek-English Dictionary Language

εὐπροσήγορος

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: εὐπροσήγορος εὐπροσήγορον

Structure: εὐπροσηγορ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. easy of address, affable, courteous, my being spoken to

Examples

  • Λάρυγξ γλυκὺσ πληθυνεῖ φίλουσ αὐτοῦ, καὶ γλῶσσα εὔλαλοσ πληθυνεῖ εὐπροσήγορα. (Septuagint, Liber Sirach 6:5)
  • ἀψευδὲσ ἦθοσ, εὐπροσήγορον στόμα, ἄκραντον οὐδὲν οὔτ’ ἐσ οἰκέτασ ἔχων οὔτ’ ἐσ πολίτασ. (Euripides, Suppliants, episode20)
  • οὐ γὰρ ἄτασ εὐπροσηγόρουσ ἔχω. (Euripides, Heracles, episode, lyric 2:15)
  • πᾶσι δὲ μείλιχοσ καὶ φίλοσ διά τε τὴν ἐξ ὄψεωσ χάριν καὶ τὴν, εὐπροσήγορον φιλανθρωπίαν. (Plutarch, Consolatio ad Apollonium, chapter, section 34 8:1)
  • ἐν δὲ τῇ συνοδίᾳ καὶ τῇ συνηθείᾳ τὸν Οὐίνιον ἐξεθεράπευσεν ὁμιλίᾳ καὶ δώροισ, μάλιστα δὲ τῶν πρωτείων ὑφιέμενοσ αὐτῷ τό γε μετ’ ἐκεῖνον δύνασθαι δι’ ἐκεῖνον εἶχε βεβαίωσ, τῷ δὲ ἀνεπιφθόνῳ περιῆν, προῖκα συμπράττων πάντα τοῖσ δεομένοισ, καὶ παρέχων ἑαυτὸν εὐπροσήγορον καὶ φιλάνθρωπον ἅπασι. (Plutarch, Galba, chapter 20 3:1)

Synonyms

  1. easy of address

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION