헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐκτοξεύω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐκτοξεύω ἐκτοξεύσω

형태분석: ἐκ (접두사) + τοξεύ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to shoot out, shoot away, has shot away all, arrows
  2. to shoot from, shoot arrows

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκτοξεύω

ἐκτοξεύεις

ἐκτοξεύει

쌍수 ἐκτοξεύετον

ἐκτοξεύετον

복수 ἐκτοξεύομεν

ἐκτοξεύετε

ἐκτοξεύουσιν*

접속법단수 ἐκτοξεύω

ἐκτοξεύῃς

ἐκτοξεύῃ

쌍수 ἐκτοξεύητον

ἐκτοξεύητον

복수 ἐκτοξεύωμεν

ἐκτοξεύητε

ἐκτοξεύωσιν*

기원법단수 ἐκτοξεύοιμι

ἐκτοξεύοις

ἐκτοξεύοι

쌍수 ἐκτοξεύοιτον

ἐκτοξευοίτην

복수 ἐκτοξεύοιμεν

ἐκτοξεύοιτε

ἐκτοξεύοιεν

명령법단수 ἐκτόξευε

ἐκτοξευέτω

쌍수 ἐκτοξεύετον

ἐκτοξευέτων

복수 ἐκτοξεύετε

ἐκτοξευόντων, ἐκτοξευέτωσαν

부정사 ἐκτοξεύειν

분사 남성여성중성
ἐκτοξευων

ἐκτοξευοντος

ἐκτοξευουσα

ἐκτοξευουσης

ἐκτοξευον

ἐκτοξευοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐκτοξεύομαι

ἐκτοξεύει, ἐκτοξεύῃ

ἐκτοξεύεται

쌍수 ἐκτοξεύεσθον

ἐκτοξεύεσθον

복수 ἐκτοξευόμεθα

ἐκτοξεύεσθε

ἐκτοξεύονται

접속법단수 ἐκτοξεύωμαι

ἐκτοξεύῃ

ἐκτοξεύηται

쌍수 ἐκτοξεύησθον

ἐκτοξεύησθον

복수 ἐκτοξευώμεθα

ἐκτοξεύησθε

ἐκτοξεύωνται

기원법단수 ἐκτοξευοίμην

ἐκτοξεύοιο

ἐκτοξεύοιτο

쌍수 ἐκτοξεύοισθον

ἐκτοξευοίσθην

복수 ἐκτοξευοίμεθα

ἐκτοξεύοισθε

ἐκτοξεύοιντο

명령법단수 ἐκτοξεύου

ἐκτοξευέσθω

쌍수 ἐκτοξεύεσθον

ἐκτοξευέσθων

복수 ἐκτοξεύεσθε

ἐκτοξευέσθων, ἐκτοξευέσθωσαν

부정사 ἐκτοξεύεσθαι

분사 남성여성중성
ἐκτοξευομενος

ἐκτοξευομενου

ἐκτοξευομενη

ἐκτοξευομενης

ἐκτοξευομενον

ἐκτοξευομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to shoot from

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION