헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εἰσφρέω

ε 축약 동사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εἰσφρέω εἰσφρήσω

형태분석: εἰς (접두사) + φρέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: The Root fre/w, prob. akin to fe/rw, is only found in compos. with dia-, ei)s-, e)peis-, e)k-

  1. 넣다, 들이다, 시인하다, 수용하다
  1. to let in, admit, to bring in with one

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 εί̓σφρω

(나는) 넣는다

εί̓σφρεις

(너는) 넣는다

εί̓σφρει

(그는) 넣는다

쌍수 εί̓σφρειτον

(너희 둘은) 넣는다

εί̓σφρειτον

(그 둘은) 넣는다

복수 εί̓σφρουμεν

(우리는) 넣는다

εί̓σφρειτε

(너희는) 넣는다

εί̓σφρουσιν*

(그들은) 넣는다

접속법단수 εί̓σφρω

(나는) 넣자

εί̓σφρῃς

(너는) 넣자

εί̓σφρῃ

(그는) 넣자

쌍수 εί̓σφρητον

(너희 둘은) 넣자

εί̓σφρητον

(그 둘은) 넣자

복수 εί̓σφρωμεν

(우리는) 넣자

εί̓σφρητε

(너희는) 넣자

εί̓σφρωσιν*

(그들은) 넣자

기원법단수 εί̓σφροιμι

(나는) 넣기를 (바라다)

εί̓σφροις

(너는) 넣기를 (바라다)

εί̓σφροι

(그는) 넣기를 (바라다)

쌍수 εί̓σφροιτον

(너희 둘은) 넣기를 (바라다)

εἰσφροίτην

(그 둘은) 넣기를 (바라다)

복수 εί̓σφροιμεν

(우리는) 넣기를 (바라다)

εί̓σφροιτε

(너희는) 넣기를 (바라다)

εί̓σφροιεν

(그들은) 넣기를 (바라다)

명령법단수 εί̓σφρει

(너는) 넣어라

εἰσφρεῖτω

(그는) 넣어라

쌍수 εί̓σφρειτον

(너희 둘은) 넣어라

εἰσφρεῖτων

(그 둘은) 넣어라

복수 εί̓σφρειτε

(너희는) 넣어라

εἰσφροῦντων, εἰσφρεῖτωσαν

(그들은) 넣어라

부정사 εί̓σφρειν

넣는 것

분사 남성여성중성
εἰσφρων

εἰσφρουντος

εἰσφρουσα

εἰσφρουσης

εἰσφρουν

εἰσφρουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 εί̓σφρουμαι

(나는) 넣여진다

εί̓σφρει, εί̓σφρῃ

(너는) 넣여진다

εί̓σφρειται

(그는) 넣여진다

쌍수 εί̓σφρεισθον

(너희 둘은) 넣여진다

εί̓σφρεισθον

(그 둘은) 넣여진다

복수 εἰσφροῦμεθα

(우리는) 넣여진다

εί̓σφρεισθε

(너희는) 넣여진다

εί̓σφρουνται

(그들은) 넣여진다

접속법단수 εί̓σφρωμαι

(나는) 넣여지자

εί̓σφρῃ

(너는) 넣여지자

εί̓σφρηται

(그는) 넣여지자

쌍수 εί̓σφρησθον

(너희 둘은) 넣여지자

εί̓σφρησθον

(그 둘은) 넣여지자

복수 εἰσφρώμεθα

(우리는) 넣여지자

εί̓σφρησθε

(너희는) 넣여지자

εί̓σφρωνται

(그들은) 넣여지자

기원법단수 εἰσφροίμην

(나는) 넣여지기를 (바라다)

εί̓σφροιο

(너는) 넣여지기를 (바라다)

εί̓σφροιτο

(그는) 넣여지기를 (바라다)

쌍수 εί̓σφροισθον

(너희 둘은) 넣여지기를 (바라다)

εἰσφροίσθην

(그 둘은) 넣여지기를 (바라다)

복수 εἰσφροίμεθα

(우리는) 넣여지기를 (바라다)

εί̓σφροισθε

(너희는) 넣여지기를 (바라다)

εί̓σφροιντο

(그들은) 넣여지기를 (바라다)

명령법단수 εί̓σφρου

(너는) 넣여져라

εἰσφρεῖσθω

(그는) 넣여져라

쌍수 εί̓σφρεισθον

(너희 둘은) 넣여져라

εἰσφρεῖσθων

(그 둘은) 넣여져라

복수 εί̓σφρεισθε

(너희는) 넣여져라

εἰσφρεῖσθων, εἰσφρεῖσθωσαν

(그들은) 넣여져라

부정사 εί̓σφρεισθαι

넣여지는 것

분사 남성여성중성
εἰσφρουμενος

εἰσφρουμενου

εἰσφρουμενη

εἰσφρουμενης

εἰσφρουμενον

εἰσφρουμενου

미완료(Imperfect) 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 εἰσε͂φρουν

(나는) 넣고 있었다

εἰσε͂φρεις

(너는) 넣고 있었다

εἰσε͂φρειν*

(그는) 넣고 있었다

쌍수 εἰσέφρειτον

(너희 둘은) 넣고 있었다

εἰσεφρεῖτην

(그 둘은) 넣고 있었다

복수 εἰσέφρουμεν

(우리는) 넣고 있었다

εἰσέφρειτε

(너희는) 넣고 있었다

εἰσε͂φρουν

(그들은) 넣고 있었다

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 εἰσεφροῦμην

(나는) 넣여지고 있었다

εἰσέφρου

(너는) 넣여지고 있었다

εἰσέφρειτο

(그는) 넣여지고 있었다

쌍수 εἰσέφρεισθον

(너희 둘은) 넣여지고 있었다

εἰσεφρεῖσθην

(그 둘은) 넣여지고 있었다

복수 εἰσεφροῦμεθα

(우리는) 넣여지고 있었다

εἰσέφρεισθε

(너희는) 넣여지고 있었다

εἰσέφρουντο

(그들은) 넣여지고 있었다

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔσω τε μελάθρων κομψὰ θηλειῶν ἔπη οὐκ εἰσεφρούμην, τὸν δὲ νοῦν διδάσκαλον οἴκοθεν ἔχουσα χρηστὸν ἐξήρκουν ἐμοί. (Euripides, The Trojan Women, episode, antistrophe 3 2:9)

    (에우리피데스, The Trojan Women, episode, antistrophe 3 2:9)

유의어

  1. 넣다

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION