헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εἰλαπινάζω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εἰλαπινάζω

형태분석: εἰλαπινάζ (어간) + ω (인칭어미)

어원: from ei)lapi/nh

  1. to revel in a large company

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 εἰλαπινάζω

εἰλαπινάζεις

εἰλαπινάζει

쌍수 εἰλαπινάζετον

εἰλαπινάζετον

복수 εἰλαπινάζομεν

εἰλαπινάζετε

εἰλαπινάζουσιν*

접속법단수 εἰλαπινάζω

εἰλαπινάζῃς

εἰλαπινάζῃ

쌍수 εἰλαπινάζητον

εἰλαπινάζητον

복수 εἰλαπινάζωμεν

εἰλαπινάζητε

εἰλαπινάζωσιν*

기원법단수 εἰλαπινάζοιμι

εἰλαπινάζοις

εἰλαπινάζοι

쌍수 εἰλαπινάζοιτον

εἰλαπιναζοίτην

복수 εἰλαπινάζοιμεν

εἰλαπινάζοιτε

εἰλαπινάζοιεν

명령법단수 εἰλαπίναζε

εἰλαπιναζέτω

쌍수 εἰλαπινάζετον

εἰλαπιναζέτων

복수 εἰλαπινάζετε

εἰλαπιναζόντων, εἰλαπιναζέτωσαν

부정사 εἰλαπινάζειν

분사 남성여성중성
εἰλαπιναζων

εἰλαπιναζοντος

εἰλαπιναζουσα

εἰλαπιναζουσης

εἰλαπιναζον

εἰλαπιναζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 εἰλαπινάζομαι

εἰλαπινάζει, εἰλαπινάζῃ

εἰλαπινάζεται

쌍수 εἰλαπινάζεσθον

εἰλαπινάζεσθον

복수 εἰλαπιναζόμεθα

εἰλαπινάζεσθε

εἰλαπινάζονται

접속법단수 εἰλαπινάζωμαι

εἰλαπινάζῃ

εἰλαπινάζηται

쌍수 εἰλαπινάζησθον

εἰλαπινάζησθον

복수 εἰλαπιναζώμεθα

εἰλαπινάζησθε

εἰλαπινάζωνται

기원법단수 εἰλαπιναζοίμην

εἰλαπινάζοιο

εἰλαπινάζοιτο

쌍수 εἰλαπινάζοισθον

εἰλαπιναζοίσθην

복수 εἰλαπιναζοίμεθα

εἰλαπινάζοισθε

εἰλαπινάζοιντο

명령법단수 εἰλαπινάζου

εἰλαπιναζέσθω

쌍수 εἰλαπινάζεσθον

εἰλαπιναζέσθων

복수 εἰλαπινάζεσθε

εἰλαπιναζέσθων, εἰλαπιναζέσθωσαν

부정사 εἰλαπινάζεσθαι

분사 남성여성중성
εἰλαπιναζομενος

εἰλαπιναζομενου

εἰλαπιναζομενη

εἰλαπιναζομενης

εἰλαπιναζομενον

εἰλαπιναζομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὣσ ἄρ’ ἔφη, καὶ θρῆνυν ἑλὼν ὑπέφηνε τραπέζησ κείμενον, ᾧ ῥ’ ἔπεχεν λιπαροὺσ πόδασ εἰλαπινάζων· (Homer, Odyssey, Book 17 58:1)

    (호메로스, 오디세이아, Book 17 58:1)

  • Ἥφαιστοσ δέ κ’ ἐμὸσ πάϊσ ἀμφιγυήεισ τεύξει’ ἀσκήσασ, ὑπὸ δὲ θρῆνυν ποσὶν ἥσει, τῷ κεν ἐπισχοίησ λιπαροὺσ πόδασ εἰλαπινάζων. (Homer, Iliad, Book 14 24:9)

    (호메로스, 일리아스, Book 14 24:9)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION