헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

βαθύσπορος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: βαθύσπορος βαθύσπορᾱ βαθύσπορον

형태분석: βαθυσπορ (어간) + ος (어미)

어원: spei/rw

  1. 비옥한, 다작인, 기름진
  1. deep-sown, fruitful

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 βαθύσπορος

비옥한 (이)가

βαθύσπόρᾱ

비옥한 (이)가

βαθύσπορον

비옥한 (것)가

속격 βαθυσπόρου

비옥한 (이)의

βαθύσπόρᾱς

비옥한 (이)의

βαθυσπόρου

비옥한 (것)의

여격 βαθυσπόρῳ

비옥한 (이)에게

βαθύσπόρᾱͅ

비옥한 (이)에게

βαθυσπόρῳ

비옥한 (것)에게

대격 βαθύσπορον

비옥한 (이)를

βαθύσπόρᾱν

비옥한 (이)를

βαθύσπορον

비옥한 (것)를

호격 βαθύσπορε

비옥한 (이)야

βαθύσπόρᾱ

비옥한 (이)야

βαθύσπορον

비옥한 (것)야

쌍수주/대/호 βαθυσπόρω

비옥한 (이)들이

βαθύσπόρᾱ

비옥한 (이)들이

βαθυσπόρω

비옥한 (것)들이

속/여 βαθυσπόροιν

비옥한 (이)들의

βαθύσπόραιν

비옥한 (이)들의

βαθυσπόροιν

비옥한 (것)들의

복수주격 βαθύσποροι

비옥한 (이)들이

βαθύ́σποραι

비옥한 (이)들이

βαθύσπορα

비옥한 (것)들이

속격 βαθυσπόρων

비옥한 (이)들의

βαθύσπορῶν

비옥한 (이)들의

βαθυσπόρων

비옥한 (것)들의

여격 βαθυσπόροις

비옥한 (이)들에게

βαθύσπόραις

비옥한 (이)들에게

βαθυσπόροις

비옥한 (것)들에게

대격 βαθυσπόρους

비옥한 (이)들을

βαθύσπόρᾱς

비옥한 (이)들을

βαθύσπορα

비옥한 (것)들을

호격 βαθύσποροι

비옥한 (이)들아

βαθύ́σποραι

비옥한 (이)들아

βαθύσπορα

비옥한 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Κάδμοσ ἔμολε τάνδε γᾶν Τύριοσ, ᾧ τετρασκελὴσ μόσχοσ ἀδάματον πέσημα δίκε τελεσφόρον διδοῦσα χρησμόν, οὗ κατοικίσαι πεδία νιν τὸ θέσφατον πυροφόρα δόμων ἔχρη, καλλιπόταμοσ ὕδατοσ ἵνα τε νοτὶσ ἐπέρχεται γύασ, Δίρκασ χλοηφόρουσ καὶ βαθυσπόρουσ γύασ· (Euripides, Phoenissae, choral, strophe 11)

    (에우리피데스, Phoenissae, choral, strophe 11)

  • κρᾶτα φόνιον ὀλεσίθηροσ ὠλένασ δικὼν βολαῖσ, δίασ ἀμάτοροσ <δ’> ἐσ βαθυσπόρουσ γύασ γαπετεῖσ δικὼν ὀδόν‐ τασ Παλλάδοσ φραδαῖσιν· (Euripides, Phoenissae, choral, antistrophe 13)

    (에우리피데스, Phoenissae, choral, antistrophe 13)

유의어

  1. 비옥한

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION