헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀποστρατοπεδεύομαι

비축약 동사; 이상동사 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀποστρατοπεδεύομαι

형태분석: ἀπο (접두사) + στρατοπεδεύ (어간) + ομαι (인칭어미)

  1. to encamp away from, to encamp at a distance

활용 정보

현재 시제

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀποστρατοπεδεύομαι

ἀποστρατοπεδεύει, ἀποστρατοπεδεύῃ

ἀποστρατοπεδεύεται

쌍수 ἀποστρατοπεδεύεσθον

ἀποστρατοπεδεύεσθον

복수 ἀποστρατοπεδευόμεθα

ἀποστρατοπεδεύεσθε

ἀποστρατοπεδεύονται

접속법단수 ἀποστρατοπεδεύωμαι

ἀποστρατοπεδεύῃ

ἀποστρατοπεδεύηται

쌍수 ἀποστρατοπεδεύησθον

ἀποστρατοπεδεύησθον

복수 ἀποστρατοπεδευώμεθα

ἀποστρατοπεδεύησθε

ἀποστρατοπεδεύωνται

기원법단수 ἀποστρατοπεδευοίμην

ἀποστρατοπεδεύοιο

ἀποστρατοπεδεύοιτο

쌍수 ἀποστρατοπεδεύοισθον

ἀποστρατοπεδευοίσθην

복수 ἀποστρατοπεδευοίμεθα

ἀποστρατοπεδεύοισθε

ἀποστρατοπεδεύοιντο

명령법단수 ἀποστρατοπεδεύου

ἀποστρατοπεδευέσθω

쌍수 ἀποστρατοπεδεύεσθον

ἀποστρατοπεδευέσθων

복수 ἀποστρατοπεδεύεσθε

ἀποστρατοπεδευέσθων, ἀποστρατοπεδευέσθωσαν

부정사 ἀποστρατοπεδεύεσθαι

분사 남성여성중성
ἀποστρατοπεδευομενος

ἀποστρατοπεδευομενου

ἀποστρατοπεδευομενη

ἀποστρατοπεδευομενης

ἀποστρατοπεδευομενον

ἀποστρατοπεδευομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὅσα τε ἐρυμνότητοσ προσεδεῖτο, ἐποιήσατο, ὡσ ἐν ἀσφαλεῖ οἱ αἰεὶ μένοντεσ εἰε͂ν, εἴ ποτε καὶ πρόσω τῇ ἰσχύι ἀποστρατοπεδεύοιτο. (Xenophon, Cyropaedia, , chapter 1 28:2)

    (크세노폰, Cyropaedia, , chapter 1 28:2)

파생어

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION