고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: ἀντιλογητικός ἀντιλογητική ἀντιλογητικόν
Structure: ἀντιλογητικ (Stem) + ος (Ending)
| Masculine | Feminine | Neuter | ||
|---|---|---|---|---|
| Singular | Nominative | ἀντιλογητικός | ἀντιλογητική | ἀντιλογητικόν |
| Genitive | ἀντιλογητικοῦ | ἀντιλογητικῆς | ἀντιλογητικοῦ | |
| Dative | ἀντιλογητικῷ | ἀντιλογητικῇ | ἀντιλογητικῷ | |
| Accusative | ἀντιλογητικόν | ἀντιλογητικήν | ἀντιλογητικόν | |
| Vocative | ἀντιλογητικέ | ἀντιλογητική | ἀντιλογητικόν | |
| Dual | N/A/V | ἀντιλογητικώ | ἀντιλογητικᾱ́ | ἀντιλογητικώ |
| G/D | ἀντιλογητικοῖν | ἀντιλογητικαῖν | ἀντιλογητικοῖν | |
| Plural | Nominative | ἀντιλογητικοί | ἀντιλογητικαί | ἀντιλογητικά |
| Genitive | ἀντιλογητικῶν | ἀντιλογητικῶν | ἀντιλογητικῶν | |
| Dative | ἀντιλογητικοῖς | ἀντιλογητικαῖς | ἀντιλογητικοῖς | |
| Accusative | ἀντιλογητικούς | ἀντιλογητικᾱ́ς | ἀντιλογητικά | |
| Vocative | ἀντιλογητικοί | ἀντιλογητικαί | ἀντιλογητικά | |
| Positive | Comparative | Superlative | |
|---|---|---|---|
| Adjective | ἀντιλογητικός ἀντιλογητικοῦ | ἀντιλογητικότερος ἀντιλογητικοτεροῦ | ἀντιλογητικότατος ἀντιλογητικοτατοῦ |
| Adverb | ἀντιλογητικώς | ἀντιλογητικότερον | ἀντιλογητικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Ancient Greek entries from Wiktionary
Find this word at Wiktionary고전 발음: [] 신약 발음: []

이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기