Ancient Greek-English Dictionary Language

ἀνθυπουργέω

ε-contract Verb; Transliteration:

Principal Part: ἀνθυπουργέω

Structure: ἀντ (Prefix) + ὑπουργέ (Stem) + ω (Ending)

Sense

  1. to return a kindness

Conjugation

Present tense

Active
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular ἀνθυπούργω ἀνθυπούργεις ἀνθυπούργει
Dual ἀνθυπούργειτον ἀνθυπούργειτον
Plural ἀνθυπούργουμεν ἀνθυπούργειτε ἀνθυπούργουσιν*
SubjunctiveSingular ἀνθυπούργω ἀνθυπούργῃς ἀνθυπούργῃ
Dual ἀνθυπούργητον ἀνθυπούργητον
Plural ἀνθυπούργωμεν ἀνθυπούργητε ἀνθυπούργωσιν*
OptativeSingular ἀνθυπούργοιμι ἀνθυπούργοις ἀνθυπούργοι
Dual ἀνθυπούργοιτον ἀνθυπουργοίτην
Plural ἀνθυπούργοιμεν ἀνθυπούργοιτε ἀνθυπούργοιεν
ImperativeSingular ἀνθυποῦργει ἀνθυπουργεῖτω
Dual ἀνθυπούργειτον ἀνθυπουργεῖτων
Plural ἀνθυπούργειτε ἀνθυπουργοῦντων, ἀνθυπουργεῖτωσαν
Infinitive ἀνθυπούργειν
Participle MasculineFeminineNeuter
ἀνθυπουργων ἀνθυπουργουντος ἀνθυπουργουσα ἀνθυπουργουσης ἀνθυπουργουν ἀνθυπουργουντος
Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular ἀνθυπούργουμαι ἀνθυπούργει, ἀνθυπούργῃ ἀνθυπούργειται
Dual ἀνθυπούργεισθον ἀνθυπούργεισθον
Plural ἀνθυπουργοῦμεθα ἀνθυπούργεισθε ἀνθυπούργουνται
SubjunctiveSingular ἀνθυπούργωμαι ἀνθυπούργῃ ἀνθυπούργηται
Dual ἀνθυπούργησθον ἀνθυπούργησθον
Plural ἀνθυπουργώμεθα ἀνθυπούργησθε ἀνθυπούργωνται
OptativeSingular ἀνθυπουργοίμην ἀνθυπούργοιο ἀνθυπούργοιτο
Dual ἀνθυπούργοισθον ἀνθυπουργοίσθην
Plural ἀνθυπουργοίμεθα ἀνθυπούργοισθε ἀνθυπούργοιντο
ImperativeSingular ἀνθυπούργου ἀνθυπουργεῖσθω
Dual ἀνθυπούργεισθον ἀνθυπουργεῖσθων
Plural ἀνθυπούργεισθε ἀνθυπουργεῖσθων, ἀνθυπουργεῖσθωσαν
Infinitive ἀνθυπούργεισθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
ἀνθυπουργουμενος ἀνθυπουργουμενου ἀνθυπουργουμενη ἀνθυπουργουμενης ἀνθυπουργουμενον ἀνθυπουργουμενου

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Synonyms

  1. to return a kindness

Derived

Similar forms

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION