헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀνέμπληκτος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀνέμπληκτος ἀνέμπληκτη ἀνέμπληκτον

형태분석: ἀνεμπληκτ (어간) + ος (어미)

  1. 겁없는, 대담한
  1. intrepid

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 ἀνέμπληκτος

겁없는 (이)가

ἀνέμπλήκτη

겁없는 (이)가

ἀνέμπληκτον

겁없는 (것)가

속격 ἀνεμπλήκτου

겁없는 (이)의

ἀνέμπλήκτης

겁없는 (이)의

ἀνεμπλήκτου

겁없는 (것)의

여격 ἀνεμπλήκτῳ

겁없는 (이)에게

ἀνέμπλήκτῃ

겁없는 (이)에게

ἀνεμπλήκτῳ

겁없는 (것)에게

대격 ἀνέμπληκτον

겁없는 (이)를

ἀνέμπλήκτην

겁없는 (이)를

ἀνέμπληκτον

겁없는 (것)를

호격 ἀνέμπληκτε

겁없는 (이)야

ἀνέμπλήκτη

겁없는 (이)야

ἀνέμπληκτον

겁없는 (것)야

쌍수주/대/호 ἀνεμπλήκτω

겁없는 (이)들이

ἀνέμπλήκτᾱ

겁없는 (이)들이

ἀνεμπλήκτω

겁없는 (것)들이

속/여 ἀνεμπλήκτοιν

겁없는 (이)들의

ἀνέμπλήκταιν

겁없는 (이)들의

ἀνεμπλήκτοιν

겁없는 (것)들의

복수주격 ἀνέμπληκτοι

겁없는 (이)들이

ἀνέ́μπληκται

겁없는 (이)들이

ἀνέμπληκτα

겁없는 (것)들이

속격 ἀνεμπλήκτων

겁없는 (이)들의

ἀνέμπληκτῶν

겁없는 (이)들의

ἀνεμπλήκτων

겁없는 (것)들의

여격 ἀνεμπλήκτοις

겁없는 (이)들에게

ἀνέμπλήκταις

겁없는 (이)들에게

ἀνεμπλήκτοις

겁없는 (것)들에게

대격 ἀνεμπλήκτους

겁없는 (이)들을

ἀνέμπλήκτᾱς

겁없는 (이)들을

ἀνέμπληκτα

겁없는 (것)들을

호격 ἀνέμπληκτοι

겁없는 (이)들아

ἀνέ́μπληκται

겁없는 (이)들아

ἀνέμπληκτα

겁없는 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τοῦ δὲ Πείσωνοσ οἱ παρόντεσ ἐθαύμασαν τῇ τε φωνῇ τεκμαιρόμενοι καὶ τῷ προσώπῳ τὸ τηλικαύτην χάριν ἀνεμπλήκτωσ, οὐ μὴν ἀναισθήτωσ δεχόμενον, ὥσπερ αὖ τοῦ Ὄθωνοσ ἐπεφαίνετο πολλὰ σημεῖα τῇ μορφῇ πικρῶσ καὶ σὺν ὀργῇ τῆσ ἐλπίδοσ τὴν ἀπότευξιν φέροντοσ, ἧσ πρῶτοσ ἀξιωθεὶσ καὶ τοῦ τυχεῖν ἐγγυτάτω γενόμενοσ τὸ μὴ τυχεῖν ἐποιεῖτο σημεῖον ἔχθουσ ἅμα καὶ κακονοίασ τοῦ Γάλβα πρὸσ αὐτόν. (Plutarch, Galba, chapter 23 3:2)

    (플루타르코스, Galba, chapter 23 3:2)

유의어

  1. 겁없는

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION