Ancient Greek-English Dictionary Language

Διοπετής

Third declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: Διοπετής Διοπετές

Structure: Διοπετη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: pi/ptw

Sense

  1. that fell from Zeus

Examples

  • "οὐ γὰρ Κωλώτῃ μὲν ὁ ἄρτοσ ἄρτοσ ἐφαίνετο καὶ χόρτοσ ὁ χόρτοσ, ὅτι τοὺσ διοπετεῖσ ἀνεγνώκει Κανόνασ· (Plutarch, Adversus Colotem, section 197)
  • διερευνώμενοί τε τὰ πέριξ ἅπαντα ὡσ οὔτε στίβον ἵππων οὔτ’ ἴχνοσ ἀνθρώπων οὐδὲν εὑρ́ισκον ἔξω τῶν διὰ τῆσ ὁδοῦ, πρᾶγμα ἀμήχανον ὑπελάμβανον εἶναι πολεμίουσ ἐπιφανῆναι τοῖσ σφετέροισ ἀφανεῖσ, ὥσπερ πτηνούσ τινασ ἢ διοπετεῖσ. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, Books X-XX, book 11, chapter 27 6:1)

Synonyms

  1. that fell from Zeus

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION