Ancient Greek-English Dictionary Language

Διοπετής

Third declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: Διοπετής Διοπετές

Structure: Διοπετη (Stem) + ς (Ending)

Etym.: pi/ptw

Sense

  1. that fell from Zeus

Examples

  • θυσιῶν ἐπετείων τυγχάνειν, δεδοικότα δὲ ἐπιβουλάσ τε τὰσ ἀπ’ ἐχθρῶν καὶ ἀφανισμὸν αὐτοῦ κλοπαῖον, ὅπλα λέγουσι πολλὰ κατασκευάσασθαι τῷ διοπετεῖ παραπλήσια, Μαμορίου τινὸσ δημιουργοῦ τὸ ἔργου ἀναδεξαμένου, ὥστε ἄσημον γενέσθαι καὶ δυσδιάγνωστον τοῖσ μέλλουσιν ἐπιβουλεύειν τὴν τοῦ θεοπέμπτου φύσιν διὰ τὴν ἀπαράλλακτον τῶν ἀνθρωπείων ἔργων ὁμοιότητα. (Dionysius of Halicarnassus, Antiquitates Romanae, book 2, chapter 71 3:1)

Synonyms

  1. that fell from Zeus

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION