- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Ἀμαζών?

3군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: Amazōn 고전 발음: [아마돈:] 신약 발음: [아마존]

기본형: Ἀμαζών Ἀμαζόνος

형태분석: Ἀμαζων (어간)

어원: Commonly derived from 부정 접두사 α, μαζός, from the fable that they got rid of the right breast, that it might not interfere with the use of the bow.

  1. (chiefly in the plural) Amazons, a nation of female warriors from western Scythia.

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • οὗτος ὁ Θερμώδων ἐστίν, ἵναπερ αἱ Ἀμαζόνες οἰκῆσαι λέγονται. (Arrian, Periplus Ponti Euxini, chapter 15 4:6)

    (아리아노스, Periplus Ponti Euxini, chapter 15 4:6)

  • καὶ νὴ Δία τὴν Ἀμαζόνα τὴν ἐπερειδομένην τῷ δορατίῳ. (Lucian, Imagines, (no name) 4:15)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 4:15)

  • ἔτι καὶ στόματος ἁρμογὴν αὐτὸς καὶ τὸν αὐχένα, παρὰ τῆς Ἀμαζόνος λαβών ἡ Σωσάνδρα δὲ καὶ Κάλαμις αἰδοῖ κοσμήσουσιν αὐτήν, καὶ τὸ μειδίαμα σεμνὸν καὶ λεληθὸς ὥσπερ τὸ ἐκείνης ἔσται: (Lucian, Imagines, (no name) 6:4)

    (루키아노스, Imagines, (no name) 6:4)

  • τὰς δ Ἀμαζόνας σκόπει, ἃς Μίκων ἔγραψ ἐφ ἵππων μαχομένας τοῖς ἀνδράσιν. (Aristophanes, Lysistrata, Choral, trochees4)

    (아리스토파네스, Lysistrata, Choral, trochees4)

  • πρῶτον μὲν ὀρόφῳ πτέρυγα περιβάλλει πέπλων, ἀνάθημα Δίου παιδός, οὓς Ἡρακλέης Ἀμαζόνων σκυλεύματ ἤνεγκεν θεῷ. (Euripides, Ion, episode 2:4)

    (에우리피데스, Ion, episode 2:4)

  • λαμβάνει μετὰ ταῦτα παρὰ Δευκαλίωνος Φαίδραν τὴν Μίνωος θυγατέρα, ἧς ἐπιτελουμένων τῶν γάμων Ἀμαζὼν ἡ προγαμηθεῖσα Θησεῖ τοὺς συγκατακειμένους σὺν ταῖς μεθ ἑαυτῆς Ἀμαζόσιν ἐπιστᾶσα σὺν ὅπλοις κτείνειν ἔμελλεν. (Apollodorus, Library and Epitome, book E, chapter 1 29:1)

    (아폴로도로스, Library and Epitome, book E, chapter 1 29:1)

  • καί τις μουνωθεισέων τινὶ αὐτέων ἐνεχρίμπτετο, καὶ ἡ Ἀμαζὼν οὐκ ἀπωθέετο ἀλλὰ περιεῖδε χρήσασθαι. (Herodotus, The Histories, book 4, chapter 113 1:4)

    (헤로도토스, The Histories, book 4, chapter 113 1:4)

  • Σμύρνα δ ἦν Ἀμαζὼν ἡ κατασχοῦσα τὴν Ἔφεσον, ἀφ ἧς τοὔνομα καὶ τοῖς ἀνθρώποις καὶ τῇ πόλει, ὡς καὶ ἀπὸ Σισύρβης Σισυρβῖται τινὲς τῶν Ἐφεσίων ἐλέγοντο: (Strabo, Geography, Book 14, chapter 1 5:4)

    (스트라본, 지리학, Book 14, chapter 1 5:4)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION