- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παράσειρος?

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: paraseiros 고전 발음: [빠라세] 신약 발음: [빠라시로]

기본형: παράσειρος παράσειρον

형태분석: παρασειρ (어간) + ος (어미)

어원: σειρά

  1. fastened alongside, harnessed alongside, an outrigger, a yoke-fellow, true associate

곡용 정보

1/2군 변화
남/여성 중성
단수주격 παράσειρος

(이)가

παράσειρον

(것)가

속격 παρασείρου

(이)의

παρασείρου

(것)의

여격 παρασείρῳ

(이)에게

παρασείρῳ

(것)에게

대격 παράσειρον

(이)를

παράσειρον

(것)를

호격 παράσειρε

(이)야

παράσειρον

(것)야

쌍수주/대/호 παρασείρω

(이)들이

παρασείρω

(것)들이

속/여 παρασείροιν

(이)들의

παρασείροιν

(것)들의

복수주격 παράσειροι

(이)들이

παράσειρα

(것)들이

속격 παρασείρων

(이)들의

παρασείρων

(것)들의

여격 παρασείροις

(이)들에게

παρασείροις

(것)들에게

대격 παρασείρους

(이)들을

παράσειρα

(것)들을

호격 παράσειροι

(이)들아

παράσειρα

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • καὶ μὴν ὅδε σὸς σύγγονος ἑρ´πει ψήφῳ θανάτου κατακυρωθείς, ὅ τε πιστότατος πάντων Πυλάδης, ἰσάδελφος ἀνήρ, ἰθύνων νοσερὸν κῶλον Ὀρέστου, ποδὶ κηδοσύνῳ παράσειρος. (Euripides, episode, anapests1)

    (에우리피데스, episode, anapests1)

  • ἦσαν γὰρ ἐφ ὧν ὁ Κύκλωψ ἐκάθευδεν, ἔμελλε δὲ ὁ μέσος ἄρα ἄνδρα οἴσειν τῶν ἑταίρων, εἷς δὲ ἑκατέρωθε παράσειρος ἦν ἀσφαλείας ἕνεκα. (Aristides, Aelius, Ars Rhetorica, , 4:3)

    (아리스티데스, 아일리오스, Ars Rhetorica, , 4:3)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION