헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

εὐτονία

1군 변화 명사; 여성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: εὐτονία

형태분석: εὐτονι (어간) + α (어미)

  1. 활력, 활기
  1. high tension, vigor

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 εὐτονία

활력이

εὐτονίᾱ

활력들이

εὐτονίαι

활력들이

속격 εὐτονίᾱς

활력의

εὐτονίαιν

활력들의

εὐτονιῶν

활력들의

여격 εὐτονίᾱͅ

활력에게

εὐτονίαιν

활력들에게

εὐτονίαις

활력들에게

대격 εὐτονίαν

활력을

εὐτονίᾱ

활력들을

εὐτονίᾱς

활력들을

호격 εὐτονία

활력아

εὐτονίᾱ

활력들아

εὐτονίαι

활력들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ὄνυχοσ, οὐ τραχύτησ ὀδόντοσ πρόσεστιν, οὐ κοιλίασ εὐτονία καὶ πνεύματοσ θερμότησ, τρέψαι καὶ κατεργάσασθαι δυνατὴ τὸ βαρὺ καὶ κρεῶδεσ ἀλλ’ αὐτόθεν ἡ φύσισ τῇ λειότητι τῶν ὀδόντων καὶ τῇ σμικρότητι τοῦ στόματοσ καὶ τῇ μαλακότητι τῆσ γλώσσησ καὶ τῇ πρὸσ πέψιν ἀμβλύτητι τοῦ πνεύματοσ ἐξόμνυται τὴν σαρκοφαγίαν. (Plutarch, De esu carnium I, chapter, section 5 2:1)

    (플루타르코스, De esu carnium I, chapter, section 5 2:1)

  • εὐτονίᾳ γὰρ ὄψεωσ ὑπερβάλλει καὶ πτήσεωσ ὀξύτητι, καὶ διοικεῖν αὑτὸν ἐλαχίστῃ τροφῇ πέφυκε. (Plutarch, De Iside et Osiride, section 51 1:1)

    (플루타르코스, De Iside et Osiride, section 51 1:1)

  • Χαρακτὴρ δὲ φιλόσοφοσ, εὐτονίᾳ ῥητορικῇ καὶ δυνάμει κεκραμένοσ. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, E, Kef. e'. DHMHTRIOS 8:1)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, E, Kef. e'. DHMHTRIOS 8:1)

  • ἕπονται δὲ τῇ μὲν φρονήσει εὐβουλία καὶ σύνεσισ, τῇ δὲ σωφροσύνῃ εὐταξία καὶ κοσμιότησ, τῇ δὲ δικαιοσύνῃ ἰσότησ καὶ εὐγνωμοσύνη, τῇ δὲ ἀνδρείᾳ ἀπαραλλαξία καὶ εὐτονία. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 126:5)

    (디오게네스 라에르티오스, Lives of Eminent Philosophers, ISTORIWN Z, Kef. a'. ZHNWN 126:5)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION