헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

χνοάζω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: χνοάζω χνοάσω

형태분석: χνοάζ (어간) + ω (인칭어미)

  1. to get the first down, sprinkling, silvered")

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 χνοάζω

χνοάζεις

χνοάζει

쌍수 χνοάζετον

χνοάζετον

복수 χνοάζομεν

χνοάζετε

χνοάζουσιν*

접속법단수 χνοάζω

χνοάζῃς

χνοάζῃ

쌍수 χνοάζητον

χνοάζητον

복수 χνοάζωμεν

χνοάζητε

χνοάζωσιν*

기원법단수 χνοάζοιμι

χνοάζοις

χνοάζοι

쌍수 χνοάζοιτον

χνοαζοίτην

복수 χνοάζοιμεν

χνοάζοιτε

χνοάζοιεν

명령법단수 χνόαζε

χνοαζέτω

쌍수 χνοάζετον

χνοαζέτων

복수 χνοάζετε

χνοαζόντων, χνοαζέτωσαν

부정사 χνοάζειν

분사 남성여성중성
χνοαζων

χνοαζοντος

χνοαζουσα

χνοαζουσης

χνοαζον

χνοαζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 χνοάζομαι

χνοάζει, χνοάζῃ

χνοάζεται

쌍수 χνοάζεσθον

χνοάζεσθον

복수 χνοαζόμεθα

χνοάζεσθε

χνοάζονται

접속법단수 χνοάζωμαι

χνοάζῃ

χνοάζηται

쌍수 χνοάζησθον

χνοάζησθον

복수 χνοαζώμεθα

χνοάζησθε

χνοάζωνται

기원법단수 χνοαζοίμην

χνοάζοιο

χνοάζοιτο

쌍수 χνοάζοισθον

χνοαζοίσθην

복수 χνοαζοίμεθα

χνοάζοισθε

χνοάζοιντο

명령법단수 χνοάζου

χνοαζέσθω

쌍수 χνοάζεσθον

χνοαζέσθων

복수 χνοάζεσθε

χνοαζέσθων, χνοαζέσθωσαν

부정사 χνοάζεσθαι

분사 남성여성중성
χνοαζομενος

χνοαζομενου

χνοαζομενη

χνοαζομενης

χνοαζομενον

χνοαζομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to get the first down

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION